251. Μη νοιώθεις κακία για όποιον δείχνει υπερηφάνεια ή μοχθηρία ή υπουλότητα ή ανυπομονησία στις σχέσεις του μαζί σου ή με τους άλλους. Θυμήσου ότι και συ είσαι υποκείμενος στα ίδια ή και σε χειρότερα αμαρτήματα και πάθη. Να προσεύχεσαι γι’ αυτόν και να είσαι πράος απέναντί του. «ἐὰν καὶ προληφθῇ ἄνθρωπος ἔν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱ πνευματικοὶ καταρτίζετε τὸν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πρᾳότητος, σκοπῶν σεαυτόν, μὴ καὶ σὺ πειρασθῇς. Αλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ» (Γαλάτ. στ’ 1, 2).
252. Η ημέρα είναι το σύμβολο της παροδικότητας της επιγείου ζωής. Αρχίζει με την αυγή, ύστερα έρχεται η κυρίως ημέρα, την ακολουθεί το σούρουπο και, με την έλευσι της νυκτός, πάει η ημέρα, έφυγε. Το ίδιο παρέρχεται και η παρούσα ζωή. Στην αρχή, η παιδική ηλικία, σαν το γλυκοχάραμα. Κατόπιν η ενηλικίωσις, σαν το μεσημέρι. Και, τέλος, τα γηρατειά, σαν το σούρουπο, αν ο Θεός μας αξιώση να φθάσουμε έως εκεί. Και κατόπιν, ο αναπόφευκτος θάνατος.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 112)
«Κι άλλωστε τι ωφελείται τάχα ο άνθρωπος, αν κερδίσει τον κόσμο ολόκληρο αλλά χάσει τη ζωή του;» (Ματθαίος 16:26).
Όλα για το σώμα!
Σε 5 δισ. δολάρια ανέρχεται κάθε χρόνο ο τζίρος της βιομηχανίας καλλυντικών στην Αμερική. Είναι αξιοθαύμαστο το τι κάνει, σε τι κόπους, ακόμα και σε πόνους, πολλές φορές, αλλά και σε έξοδα υποβάλλεται ο άνθρωπος –ιδιαίτερα στις αναπτυγμένες οικονομικά κοινωνίες- για να περιποιηθεί το σώμα του. Για να φαίνεται ωραίος –ιδιαίτερα όταν αρχίσει και γερνάει! Η ματαιοδοξία σε όλο της το μεγαλείο!
Ο Χριστός διατύπωσε κάποτε το ερώτημα τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος αν κερδίσει όλο τον κόσμο αλλά χάσει τη ζωή του, δηλαδή το δικαίωμα στην αιώνια ζωή; Και μέσα στην έννοια του κόσμου περιλαμβάνεται και το να είσαι αποδεκτός από τον κόσμο επειδή είσαι ωραίος, με δυνατούς κοιλιακούς μυς και ιδανικές αναλογίες σώματος!
Το δικαίωμα στην αιώνια ζωή σου το προσφέρει δωρεάν μέσω της πίστης ο Χριστός. Αρκεί να μετανοήσεις για τις αμαρτίες σου, να προσκαλέσεις το Χριστό να γίνει σωτήρας και Κύριος της ζωής σου. Χωρίς να ξοδέψεις ούτε ένα ευρώ για καλλυντικά!
(Χ.Ι.ΝΤ.)
«Θα γνωρίσετε την αλήθεια και η αλήθεια θα σας ελευθερώσει» (Ιωάννης 8:32)
«…ζείτε ψεύτικες ζωές, έχετε σκύψει το κεφάλι και περιμένετε τη μέρα που θα πεθάνετε. Δε φαντάζεστε, δεν ερωτεύεστε, δε δημιουργείτε! Μόνο πουλάτε κι αγοράζετε. Ύλη παντού. Αγάπη πουθενά. Που είστε, βοηθήστε μας...»
Απόσπασμα από τη συγκλονιστική επιστολή φίλων του 16χρονου Αλέξη που πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε σε επεισόδια στην Αθήνα, την οποία έδωσε στη δημοσιότητα η ομοσπονδία καθηγητών πανεπιστημίου.
«Να ξέρεις πάντως τούτο, ότι στις έσχατες μέρες θα εμφανιστούν καιροί κακοί. Γιατί οι άνθρωποι θα είναι εγωιστές, φιλοχρήματοι, αλαζόνες, περήφανοι, βλάσφημοι» (Β’ Τιμόθεου 3:1-5)
Αν ποθείς λευτεριά απ’ όλα τούτα γνώρισε την αλήθεια! Ποια είναι η αλήθεια; Ο Ιησούς Χριστός απάντησε: «Εγώ είμαι η οδός, η αλήθεια και η ζωή…» (Ιωάννης 14:6).
«Αν, λοιπόν, σας ελευθερώσει ο Γιος, τότε θα είστε πραγματικά ελεύθεροι» (Ιωάννης 8:36).
Κύριε, θέλω να γνωρίσω την αλήθεια, θέλω να γνωρίσω Εσένα, βοήθησέ με Σε παρακαλώ, θέλω να ζω ελεύθερος μαζί Σου.
(Α.Π.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
"Αν δεν τον μαλώσεις, η ψυχή του μαλακώνει"
Γι' αυτό πολλές φορές ας μη μιλάμε και ας μην ελέγχουμε τους άλλους.
Θυμάμαι, εδώ, τον Γέροντα Πορφύριο που έλεγε: "Βρε, όταν μαλώσεις κάποιον που φταίει,
τί θα κάνει τότε; Όχι μόνο δεν θα σε ακούσει, αλλά θα προσπαθήσει να αμυνθεί
και να σου αποδείξει το αντίθετο. Και θα κλείσει η ψυχή του περισσότερο.
Ενώ αν τον αφήσεις και δεν το μαλώσεις και δεν τον ελέγξεις, η ψυχή του μαλακώνει,
γίνεστε φίλοι, και σιγά σιγά έρχεται και σου λέει εκείνος αυτά που θα του έλεγες εσύ".
Γι' αυτό, κυρίως, ας λέμε στο Θεό αυτά που θέλουμε να πούμε στους ανθρώπους, πολλές φορές.
Θέλουμε ο άνδρας μας να αλλάξει, να μεταποιηθεί, να μετανοιώσει;
Ας το λέμε στο Θεό, κι εμείς ας τον αγαπάμε.
[Αρχ.Ανανίου Κουστένη, Λόγοι Ά, σ.131]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.153)
Αλογία
η υπερηφάνεια
Η υπερηφάνεια είναι απόδειξις, ότι δεν έχουμε μυαλό.
Για ποιό πράγμα έχεις μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου;
Ε.Π.Ε. 23,18
ο άνθρωπος
Αναλογίσου τη φύση μας, από που πλάστηκε και που τελειώνει.
Σκέψου τι αξία έχεις όταν κοιμάσαι. Και το παραμικρό ζώο μπορεί τότε να σε φονεύσει.
Πολλούς ανθρώπους κι ένα μικρό ζωύφιο, που έπεσε απ’ το ταβάνι τους έβγαλε το μάτι
ή έγινε αιτία κάποιου άλλου κακού.
Ε.Π.Ε. 23,18
ο πονηρός δούλος
Έγινε παράλογος ο δούλος εκείνος απ’ το θυμό του και έκλεισε στη φυλακή το συνδούλο του.
Τόσο αλόγιστος ήταν. Θα μπορούσε βέβαια ν’ αναλογιστεί την αγαθότητα του κυρίου του.
Επειδή όμως ήταν παράλογος, τίποτε δεν σκέφτηκε.
Ε.Π.Ε. 23,22
Αλυσίδες
αμετανόητων
Οι υπόδικοι από τις φυλακές προσάγονται στο δικαστήριο αλυσοδεμένοι.
Έτσι και οι ψυχές όλες, όταν αναχωρούν από εδώ,
οδηγούνται στο φοβερό βήμα του Χριστού με τις αλυσίδες των αμαρτημάτων.
Ε.Π.Ε. 9,456
αλυσόδεμα ψυχής
Θα δούμε δεσμά, πολύ χειρότερα απ’ τα σιδερένια, που την ψυχή αλυσοδένουν.
Ε.Π.Ε. 9,458
το πολυτιμότερο
Τίποτε δεν είναι τόσο λαμπρό, όσο η φυλάκισης για το Χριστό,
όσο οι αλυσίδες, που κρατούσαν δεμένα τα άγια εκείνα χέρια.
Από το να είναι απόστολος, από το να είναι διδάσκαλος, από το να είναι ευαγγελιστής,
λαμπρότερο είναι το να βρίσκεται φυλακισμένος για το Χριστό.
Ε.Π.Ε. 20,592
Παύλου, ανελκύουν
Η αλυσίδα του Παύλου, σαν θαυμαστό μηχάνημα, ελκύει προς τον ουρανό όλους τους ανθρώπους.
Είναι η χρυσή αλυσίδα, που κρεμασμένη από τον ουρανό,
ανεβάζει στον ίδιο τον ουρανό όσους βασανίζονται για το Χριστό.
Και το πλέον καταπληκτικό είναι, ότι ελκύει προς τα πάνω όσους είναι δεμένοι κάτω.
Ε.Π.Ε. 20,628
μαρτυρίου
Τι αξία έχει ένα στεφάνι χρυσό στο κεφάλι σου μπροστά σε αλυσίδα δεμένη για την αγάπη του Θεού;
Ε.Π.Ε. 38,214
της πίστεως
Ας αποκτήσουμε αγία ζωή. Διότι όπως στα γράμματα το άλφα είναι που τα συγκρατεί όλα,
κι όπως το θεμέλιο είναι που συγκρατεί όλη την οικοδομή,
έτσι και η βεβαιότητα για την πίστη συγκρατεί την καθαρότητα της ζωής.
Χωρίς την πίστη δεν υπάρχει Χριστιανός, όπως δεν υπάρχει οικοδομή χωρίς θεμέλιο
και χωρίς το άλφα το αλφαβητάριο.
Ε.Π.Ε. 24,428
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 142-143)
Η πνευματική ζωή των συζύγων
-Γέροντα, όταν ο άνδρας δεν ζη πνευματικά, η γυναίκα τί πρέπει να κάνη;
-Να τον αναθέση στον Χριστό και να προσεύχεται να μαλακώση λίγο την καρδιά του.
Σιγά-σιγά θα κάνη αποβίβαση ο Χριστός στην καρδιά του και θα αρχίση να προβληματίζεται.
Μόλις μαλακώση λίγο η καρδιά του, τότε μπορεί να του πη να την πάη λ.χ. με το αυτοκίνητο στην εκκλησία.
Δεν θα του πή: «έλα κι εσύ στην εκκλησία», αλλά θα του πή: «Μπορείς, σε παρακαλώ, να με πάς μέχρι την εκκλησία;».
Αν την πάη μέχρις εκεί, μπορεί να πή: «Αφού ήρθα ώς εδώ, ας μπώ κι εγώ λίγο μέσα να ανάψω ένα κερί».
Και έτσι σιγά-σιγά ίσως προχωρήση και παραπέρα.
-Μπορεί, Γέροντα, ο Πνευματικός της γυναίκας να βοηθήση με κάποιον τρόπο και τον άνδρα;
-Μερικές φορές, για να βοηθηθή ο άνδρας, ο Πνευματικός πρέπει να κάνη πνευματική εργασία στην γυναίκα.
Από την γυναίκα θα μεταδοθή το καλό στον άνδρα καί, αν έχη αγαθή καρδιά, ο Θεός θα τον βοηθήση να αλλάξη.
Η γυναίκα έχει στην φύση της την ευλάβεια.
Αλλά, όταν ο άνδρας, ενώ είναι λίγο αδιάφορος προς την Εκκλησία, πάρη μια στροφή πνευματική,
μετά προχωράει σταθερά πνευματικά και η γυναίκα δεν τον φθάνει.
Μπορεί μάλιστα να αρχίση να τον ζηλεύη, επειδή δεν προχωράει αυτή. Γι’ αυτό, στις περιπτώσεις αυτές,
λέω στους άνδρες να προσέχουν. Γιατί τί γίνεται; Όσο προχωράει ο άνδρας πνευματικά,
η γυναίκα, αν δεν ζη κι εκείνη πνευματικά, τόσο του πάει κόντρα.
Αν πη ο άνδρας: «πέρασε η ώρα, σήκω να πάμε στην εκκλησία», του λέει: «Αντε, τράβα μόνος σου!
Δεν με καταλαβαίνεις, έχω ένα σωρό δουλειές...». Ή, αν της πη ο άνδρας: «καλά, σβηστό έχεις το καντήλι;»
ή αν πάη να το ανάψη εκείνος, πληγώνει τον εγωισμό της και βάζει τις φωνές: «Τί, παπάς θα γίνης; καλόγερος είσαι;».
Μπορεί ακόμη και να του πή: «Τί το καίμε το καντήλι; Καλύτερα να δώσουμε το λάδι σε κανέναν φτωχό».
Μέχρις εκεί μπορεί να φθάση, σε προτεσταντικές θεωρίες. Φυσικά, ύστερα στενοχωριέται για τις δικαιολογίες που είπε,
αλλά στενοχωριέται και για την πρόοδο που βλέπει στον άνδρα της.
Χίλιες φορές σ’ αυτές τις περιπτώσεις να μείνη σβηστό το καντήλι, παρά να πάη ο άνδρας να το ανάψη.
Για να γλιτώσω λοιπόν τις οικογένειες από την διάλυση, λέω στους άνδρες: «Να πής στην γυναίκα σου,
όταν την βρής σε καλή ώρα: "Αν πηγαίνω στην εκκλησία και κάνω λίγη προσευχή και καμμιά μετάνοια ή διαβάζω
κανένα βιβλίο πνευματικό, δεν τα κάνω αυτά από πολλή ευλάβεια, αλλά γιατί αυτά με φρενάρουν, με συγκρατούν,
ώστε να μην παρασυρθώ από αυτήν την ελεεινή κοινωνία και πάω στα μπουζούκια με παρέες κ.λπ."».
Όταν ο άνδρας χειρισθή έτσι το θέμα, τότε η γυναίκα χαίρεται και μπορεί να αλλάξη και να τον ξεπεράση στα πνευματικά.
Αν δεν το χειρισθή όμως έτσι, της σπάζει τα κόκκαλα. Μπορεί να φθάσουν σε χωρισμό.
Αν θέλη ο άνδρας να βοηθήση την γυναίκα πνευματικά, ας προσπαθήση να την συνδέση με κάποια οικογένεια
που ζη πνευματικά και η μητέρα έχει ευλάβεια, ώστε να παρακινηθή να την μιμηθή.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 157-159)
Η επέμβασις του αρχαγγέλου
Το πρωί της Κυριακής, 20 Οκτωβρίου 1945, μια ενδεκαμελής ομάδα εφίππων ανταρτών κυνηγούσε τον ονομαστό για την ευλάβεια του παπα – Δημήτρη Γκαγκαστάθη, που κατευθυνόταν στο χωριό Βασιλική Τρικάλων.
«Με κυνηγούσαν, έβριζαν και έριχναν με τα Στεν, διηγείται ο ίδιος. Δεν μπορούσαν όμως να με φονεύσουν! Οι σφαίρες τρύπαγαν τα ράσα, δεν με τσίμπαγε όμως καμμιά!
Με πλησίασαν και με περικύκλωσαν στα πενήντα μέτρα γύρω – γύρω. Εγώ, καθώς βρισκόμουν στον κίνδυνο, σήκωσα τα χέρια πάνω, προς τον ουρανό, και φώναξα από το βάθος της ψυχής μου:
- Μιχαήλ, αρχάγγελε, σώσε με, κινδυνεύω.
Ω του θαύματος! Σαν αστραπή παρουσιάστηκε ο αρχάγγελος στον αρχηγό των ανταρτών. Είδε ένα νέο με σπαθί, που του έκοψε τα σχοινιά από τη σέλλα του αλόγου, τον έριξε κάτω και του έσπασε τη σπονδυλική στήλη. Οι υπόλοιποι δέκα αντάρτες έμειναν ακίνητοι, σαν να τους χτυπούσε ηλεκτρικό ρεύμα! Οι ενορίτες της Βασιλικής (που άκουγαν τους πυροβολισμούς) έφυγαν από την εκκλησία και βγήκαν έξω, πάνω στο βουνό, να παρακολουθήσουν τι θα γίνω.
Ακούω τότε μια φωνή – ήταν του αρχηγού των ανταρτών – να λέη:
- Να μας συγχωρήσης, παπά μου, και να πηγαίνης στο καλό. Έχεις όριο ζωής. Έχεις υψηλούς προστάτες!
- Ευχαριστώ, απάντησα.
Τους συγχώρησα και τους ευχήθηκα ο Θεός να τους φωτίση, να μετανοήσουν και να γίνουν καλοί άνθρωποι».
(Παπα –Δημήτρης Γκαγκαστάθης)
("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 174-175)
Η απλότητα της Αγ. Γραφής!
Για το κορυφαίο βιβλίο "Μετά τα Φυσικά" του Αριστοτέλη, ο μεγάλος Άραβας φιλόσοφος Αβικέννας ομολογεί ότι είχε διαβάσει αυτό 40 φορές, χωρίς να το κατανοήσει!
Ο μεγάλος Φιλόσοφος Έγελος (Hegel) έλεγε: "Μόνο ένας άνθρωπος με κατάλαβε, και αυτός δεν με κατάλαβε!"
Για το βιβλίο "Το Ον και το Μηδέν" του σύγχρονου αθέου φιλοσόφου Σαρτρ, είπε κάποιος: "αρκούν τα δάχτυλα του ενός χεριού για καταμέτρηση εκείνων, οι οποίοι είχαν την υπομονή να διαβάσουν γραμμή προς γραμμή το έργο αυτό και πολύ λιγότερα για να υπολογιστούν εκείνοι, οι οποίοι μπορούν να βεβαιώσουν με κάθε εντιμότητα, ότι το κατάλαβαν πλήρως"!
Πόσο διαφορετικό το ύψιστο Βιβλίο, η Αγία Γραφή. Τα μεγαλύτερα μυστήρια, γραμμένα με τον πιο απλό, σαφή, κατανοητό τρόπο και για τον πιο αμόρφωτο άνθρωπο. Η ύψιστη ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ με τη μέγιστη ΑΠΛΟΤΗΤΑ και σαφήνεια, για να αποκτήσουμε την ευτυχία και τη γνώση των πάντων! (π.Ν.)
"Δεν σε φοβούμεθα, διάβολε· όχι, δεν σε φοβούμεθα.
Δεν δειλιάζομεν πλέον τας επιβουλάς σου. Δεν βάνομεν
εις τον νουν μας τους λυπηρούς λογισμούς οπού μας προσβάλλεις.
Καταφρονούμεν ως βέλη νηπίων τα βέλη και τα τόξα σου.
Έχομεν γαρ, έχομεν βοηθούς και άγρυπνους ημών φύλακας
τους δύο μέγιστους Αρχαγγέλους.
Έχομεν τον ηλιόμορφο Μιχαήλ, ο οποίος σε κατεκρήμνισεν από
τους ουρανούς εις τα καταχθόνια·
έχομεν τον ιεροπρεπέστατον Γαβριήλ, ο οποίος με της χαράς του
τα ευαγγέλια διέλυσεν ως αράχνην την πρώτη λύπην και κατάρα
όπου προξένησες εις το γένος μας".
Aγ. Νικοδήμου του Αγιορείτη
(πηγή: περιοδικό «ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου,
τ. 8-9, 147)
V΄. Ήταν ένας μεγάλος ησυχαστής στο όρος της Αθλίβεως. Και ήλθαν κατεπάνω του ληστές. Και φώναξε ο γέρων. Και ακούοντας οι γείτονές του, έπιασαν τους ληστές, τους έστειλαν στον ηγεμόνα και τους έβαλε στη φυλακή. Και λυπήθηκαν οι αδελφοί, λέγοντας: «Εξ αιτίας μας το έπαθαν». Σηκώθηκαν λοιπόν, πήγαν στον Αββά Ποιμένα και του ανέφεραν το γεγονός. Και εκείνος έγραψε στον γέροντα, λέγοντας: «Κατάλαβε από πού έγινε η πρώτη προδοσία και τότε θα δής τη δεύτερη. Γιατί αν δεν είχες πριν προδοθή από μέσα, δεν θα έκανες τη δεύτερη προδοσία». Άκουσε λοιπόν τί του έγραφε ο Αββάς Ποιμήν —ήταν δε ονομαστός σε όλη τη χώρα και δεν έβγαινε από το κελλί του — οπότε σηκώνεται, πηγαίνει στην πόλη και βγάζει τους κακοποιούς από τη φυλακή, ελευθερώνοντάς τους μπροστά σε όλους.
Vα΄. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Δεν υπάρχει μοναχός μεμψίμοιρος. Δεν υπάρχει μοναχός εκδικητικός. Δεν υπάρχει μοναχός οργίλος».
Vβ’. Πήγαν μερικοί γέροντες στον Αββά Ποιμένα και του είπαν: «Εγκρίνεις, αν δούμε μοναχούς να νυστάζουν στη σύναξη, να τους ξυπνάμε σκουντώντας τους, ώστε να γρηγορούν στην αγρυπνία;». Και εκείνος τους λέγει: «Εγώ θα έκανα το αντίθετο. Αν έβλεπα αδελφό να νυστάζη, θα έβαζα το κεφάλι του πάνω στα γόνατά μου, για να τον αναπαύσω».
Vγ’. Έλεγαν για κάποιον αδελφό, ότι τον παρακινούσαν οι λογισμοί σε βλασφημία και ντρεπόταν να το πη. Και όπου άκουε μεγάλους γέροντες, πήγαινε σ΄ αυτούς, να τους το φανερώση. Αλλά μόλις έφθανε, ντρεπόταν να το ομολογήση. Πολλές φορές λοιπόν πήγε και στον Αββά Ποιμένα. Και τον έβλεπε ο γέρων να έχη λογισμούς και λυπόταν οπού ο αδελφός δεν το φανέρωνε. Μια μέρα λοιπόν, προπέμποντάς τον, του έλεγε: «Να, τόσο καιρό έρχεσαι εδώ έχοντας λογισμούς να μου φανερώσης και όταν έρχεσαι, δεν θέλεις να τους πής, αλλά κάθε φορά φεύγεις με θλίψη, έχοντάς τους. Πες μου λοιπόν, τέκνο μου, τί είναι αυτό όπου έχεις;». Και εκείνος του είπε ότι σε βλασφημία τον παρακινούσε ο δαίμων και ότι ντρεπόταν να το πη. Και αφού του εξιστόρησε τί του συνέβαινε, ευθύς ξαλάφρωσε. Και του είπε ο γέρων: «Μη θλίβεσαι, τέκνο μου. Αλλα όταν έρχεται αυτός ο λογισμός, λέγε: Είμαι αδιάφορος γι΄ αυτό. Η βλασφημία σου, επάνω σου, σατανά. Γιατί αυτό δεν το θέλει η ψυχή μου. Και κάθε τί όπου δεν το θέλει η ψυχή, λιγόχρονο είναι». Και θεραπευμένος ο αδελφός, έφυγε.
Vδ’. Συμβουλεύθηκε ένας αδελφός τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Βλέπω, ότι, όπου και αν πάω, δεν με αφήνει η πρόνοια του Θεού». Του λέγει ο γέρων: «Και αυτοί όπου κρατούν σπαθί στο χέρι, έχουν τον Θεό να τους ελεή στον παρόντα καιρό. Αν λοιπόν είμαστε ανδρείοι, δεν μας αφήνει το έλεός του».
Vε’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Αν τινάς μεμφθή τον εαυτό του, παντού δείχνει καρτερία».
Vστ’. Είπε πάλι: «Ο Αββάς Αμμωνάς έλεγε, ότι υπάρχει άνθρωπος όπου κάνει εκατό χρόνια σε κελλί και δεν μαθαίνει πώς πρέπει να μένη στο κελλί».
Vζ΄. Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι, αν φθάση τινάς στο ρητό του Αποστόλου, το «πάντα καθαρά τοις καθαροίς», βλέπει τον εαυτό του κατώτερον όλης της κτίσεως. Του λέγει ο αδελφός: «Πώς μπορώ να λογαριάζω τον εαυτό μου κατώτερον από τον φονιά;». Του λέγει ο γέρων: «Αν φθάση τινάς σ΄ αυτό το ρητό και δη άνθρωπο να φονεύη, λέγει ότι μόνη αύτη την αμαρτία έκαμε αυτός, ενώ εγώ φονεύω κάθε μέρα».
Vη’. Έκαμε ο αδελφός την ίδια ερώτηση στον Αββά Ανούβ, αναφέροντας και τί του είπε ο Αββάς Ποιμήν. Και του λέγει ο Αββάς Ανούβ: «Αν φθάση τινάς σ΄ αυτό το ρητό και δη τις ελλείψεις του αδελφού του, κάνει ώστε να τις καταπιή η δικαιοσύνη του». Του λέγει ο αδελφός: «Ποιά είναι η δικαιοσύνη του;». Αποκρίθηκε ο γέρων: «Το να καταμέμφεται πάντοτε τον εαυτό του».
Vθ’.. Ένας αδελφός είπε στον Αββά Ποιμένα: «Αν γλιστρήσω σε αξιοθρήνητο παράπτωμα, με κατατρώγει ο λογισμός μου, κατηγορώντας με: Γιατί να γλιστρήσης;». Του αποκρίνεται ο γέρων: «Την ώρα οπού γλιστρά τινάς σε αμαρτία και πη ήμαρτον, ευθύς η αμαρτία παύει».
ρ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Γιατί πείθουν την ψυχή μου οι δαίμονες να είμαι με τον ανώτερό μου και με κάνουν να εξουδενώσω τον κατώτερό μου;». Του λέγει ο γέρων: «Γι αυτό είπε ο Απόστολος, ότι σε μεγάλο σπίτι δεν υπάρχουν μόνο σκεύη χρυσά και αργυρά, αλλά και ξύλινα και οστράκινα. Αν λοιπόν καθαρίση τινάς τον εαυτό του από όλα αυτά, θα είναι σκεύος σε τιμή, εύχρηστο στον Κύριο, ετοιμασμένο σε κάθε έργο αγαθό».
ρα’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Πώς δεν αφήνομαι ελεύθερος να ανακοινώνω στους γέροντες τους λογισμούς μου;». Του λέγει ο γέρων: «Είπε ο Αββάς Ιωάννης ο Κολοβός, ότι ο εχθρός με τίποτε άλλο δεν χαίρει όσο μ αυτούς οπού δεν φανερώνουν τους λογισμούς τους».
ρβ’. Ένας αδελφός είπε στον Αββά Ποιμένα: «Η καρδιά μου παραλύει με τον παραμικρό κόπο οπού θα μου τύχη». Του λέγει ο γέρων: «Δεν θαυμάζουμε τον Ιωσήφ, οπού ήταν παλικαράκι δεκαεφτά χρόνων, πώς υπέμεινε τον πειρασμό έως το τέλος; Και ο θεός τον δόξασε. Δεν βλέπουμε και τον Ιώβ πώς δεν υπεχώρησε έως το τέλος από την υπομονή; Και δεν μπόρεσαν οι πειρασμοί να τον κλονίσουν από την ελπίδα του Θεού».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)
ξζ’. Ρώτησε ο Αβραάμ του Αββά Αγάθωνος τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Πώς οι δαίμονες με πολεμούν;». Και του είπε ο Αββάς Ποιμήν: Εσένα πολεμούν οι δαίμονες; Δεν πολεμούν μαζί μας, εφ΄ όσον τα θελήματά μας κάνουμε. Γιατί τα θελήματά μας δαίμονες έχουν γίνη. Και αυτοί είναι οπού μας θλίβουν, για να τα πραγματοποιήσουμε. Και αν θέλης να δής με ποιούς πολέμησαν οι δαίμονες, με τον Μωϋσή και τους ομοίους του».
ξη’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι αυτόν τον τρόπο ζωής ώρισε ο θεός στον Ισραήλ, το να απέχουν από κάθε τι όπου δεν είναι φυσικό. Ήγουν από την οργή και τον θυμό και τον ζήλο και το μίσος και την καταλαλιά εναντίον του αδελφού. Και τα λοιπά του παλαιού ανθρώπου.
ξθ’. Ζήτησε ένας αδελφός από τον Αββά Ποιμένα να του πη κάτι. Και του λέγει: «Οι πατέρες έβαλαν σαν αφετηρία το πένθος». Λέγει πάλι ο αδελφός: «Πες μου κάτι άλλο». Αποκρίνεται ο γέρων: «Όσο μπορείς, ας δουλεύης στο εργόχειρο, για να κάνης από το κέρδος έλεος. Γιατί είναι γραμμένο, ότι η ελεημοσύνη και η πίστη καθαρίζουν αμαρτίες». Λέγει ο αδελφός: «Τί είναι πίστη;». Απαντά ο γέρων: «Πίστη είναι το να ζη τινάς με ταπεινοφροσύνη και να κάνη έλεος».
ο’. Ένας αδελφός συμβουλεύθηκε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Αν δω έναν αδελφό, όπου άκουσα ότι έφταιξε, δεν θέλω να τον μπάσω στο κελλί μου. Και αν δω κάποιον ενάρετο, νοιώθω χαρά μαζί του». Του λέγει ο γέρων: «Αν προσφέρης στον ενάρετο αδελφό λίγο καλό, διπλό κάμε το στον άλλον. Γιατί αυτός είναι ο αδύνατος. Υπήρχε σ΄ ένα Κοινόβιο κάποιος αναχωρητής, ονόματι Τιμόθεος. Και άκουσε ο ηγούμενος φήμη για πειρασμό ενός αδελφού. Και ρώτησε τον Τιμόθεο γι΄ αυτόν. Και εκείνος τον συμβούλευσε να διώξη τον αδελφό. Όταν λοιπόν τον έδιωξε, ήλθε ο πειρασμός του αδελφού εναντίον του Τιμόθεου, έως ότου αυτός κινδύνευσε. Και άκουσε φωνή να του λέγη: Τιμόθεε, μη νομίσης ότι σου τα έκαμα αυτά για άλλο λόγο, έκτος από το ότι δεν λογάριασες τον αδελφό σου στον καιρό του πειρασμού του».
οα’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι για τούτο βρισκόμαστε σε τόσους πειρασμούς, για το ότι τα ονόματά μας και την τάξη δεν φυλάμε. Καθώς και η Γραφή λέγει. Δεν βλέπουμε τη γυναίκα τη Χαναναία όπου αποδέχθηκε το όνομά της και την ανέπαυσε ο Σωτήρ; Πάλι την Αβιγαία, όπου είπε στον Δαυίδ, ότι σ΄ εμένα είναι η αμαρτία και την άκουσε και την αγάπησε; Η Αβιγαία εκπροσωπεί την ψυχή και ο Δαυίδ τη θεότητα. Αν λοιπόν η ψυχή μεμφθή τον εαυτό της ενώπιον του Κυρίου, την αγαπά ο Κύριος.
οβ’. Διάβαινε κάποτε ο Αββάς Ποιμήν με τον Αββά Ανούβ, στα μέρη του Διόλκου. Και φτάνοντας κοντά στα μνήματα, βλέπουν μια γυναίκα να ολοφύρεται και να κλαίη πικρά. Σταμάτησαν λοιπόν και την κοίταζαν. Ύστερα, προχωρώντας λίγο, συνάντησαν κάποιον και τον ρώτησε ο Αββάς Ποιμήν: «Τί έχει αυτή η γυναίκα και κλαίει έτσι πικρά;». Και εκείνος του λέγει: «Πέθαναν ο άνδρας της, ο γυιός της και ο αδελφός της». Αποκρίνεται τότε ο Αββάς Ποιμήν και λέγει στον Αββά Ανούβ: «Σου λέγω ότι, αν ο άνθρωπος δεν νεκρώση όλα τα θελήματα της σαρκός και αποχτήση αυτό το πένθος, δεν μπορεί να γίνη μοναχός. Γιατί όλη η ζωή και όλος ο νους της στο πένθος είναι».
ογ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Μη έχεις υψηλή ιδέα για τον εαυτό σου, αλλά προσκολλήσου σε άνθρωπο οπού κάνει καλή συντροφιά».
οδ’. Είπε πάλι: Αν πήγαινε κάποιος αδελφός στον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, αυτός του παρέδιδε την αγάπη, όπως τη διδάσκει ο Απόστολος: «Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται».
οε’. Είπε πάλι, ότι ο Αββάς Αντώνιος έλεγε για τον Αββά Παμβώ: «Με τον φόβο οπού είχε στον Θεό, έκαμε να κατοική μέσα του το Πνεύμα του Θεού».
οστ’. Διηγήθηκε ένας από τους πατέρες για τον Αββά Ποιμένα και τους αδελφούς του, ότι έμεναν στην Αίγυπτο. Και επιθυμώντας η μητέρα τους να τους δη, δεν μπορούσε. Τους παρεφύλαξε λοιπόν καθώς πήγαιναν στην εκκλησία και τους συνάντησε. Αλλά αυτοί, βλέποντας την, επέστρεψαν και της έκλεισαν κατά πρόσωπο τη θύρα. Και εκείνη, μπροστά στη θύρα, φώναξε κλαίοντας σπαραχτικά και λέγοντας: «Ας σας δώ, παιδιά μου αγαπημένα». Ακούοντάς τη δε ο Αββάς Ανούβ, μπήκε στο κελλί Του Αββά Ποιμένος και του λέγει: «Τί να κάμουμε με την ηλικιωμένη αυτή γυναίκα οπού κλαίει μπροστά στη θύρα;». Και καθώς στεκόταν από μέσα, την άκουσε να κλαίη σπαραχτικά. Και της είπε: «Τί φωνάζεις έτσι, κυρούλα;». Και εκείνη, ακούοντας τη φωνή του, φώναζε τώρα πιο δυνατά, κλαίοντας και λέγοντας: «θέλω να σας δώ, παιδιά μου. Τί κακό είναι να σας δώ; Μη δεν είμαι η μητέρα σας; Εγώ δεν σας θήλασα; Με πήραν τα βαρειά γηρατειά. Άκουσα τη φωνή σου και αναστατώθηκα». Της λέγει ο γέρων: «Εδώ θέλεις να μας δής ή στον άλλο κόσμο;». Του λέγει: «Αν δεν σας δώ εδώ, θα σας δώ στον άλλο κόσμο;». Της αποκρίνεται: «Αν επιβληθής στον εαυτό σου να μη μας δής εδώ, θα μας δής εκεί». Έφυγε λοιπόν χαίροντας και λέγοντας: «Αν είναι να μη σας δώ εκεί όσο θέλω, δεν με γνοιάζει να μη σας δώ εδώ».
οζ΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Τα υψηλά τί είναι;». Του λέγει ο γέρων: «Οι θείες εντολές».
οη’. Ήλθαν κάποτε μερικοί αιρετικοί στον Αββά Ποιμένα και άρχισαν να κατηγορούν τον Αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας ότι από πρεσβυτέρους χειροτονήθηκε. Ο δε γέρων, μη απαντώντας τους, φώναξε τον αδελφό του και είπε: «Στρώσε τους τραπέζι, βάλε τους να φάνε και στείλε τους στο καλό».
οθ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι ένας αδελφός οπού συνοικούσε με αδελφούς, ρώτησε τον Αββά Βησσαρίωνα: «Τί να κάμω;». Και ο γέρων του είπε: «Να σιωπάς και να μη λογαριάζης τον εαυτό σου».
π’. Είπε πάλι: «Γι’ αυτόν οπού η καρδιά σου δεν σε πληροφορεί, μη έχεις προσοχή μέσα της».
πα’. Είπε πάλι: «Αν τον εαυτό σου εξουθενώσης, θα έχης ανάπαυση, όπου και αν βρίσκεσαι».
πβ’. Είπε πάλι: «Έλεγε ο Αββάς Σισώης: Υπάρχει αισχύνη, οπού έχει αφοβίας αμαρτία».
πγ’. Είπε πάλι: «Το θέλημα και η ανάπαυση και το να συνηθίζη τινάς σ΄ αυτά, καταβάλλουν τον άνθρωπο».
πδ΄. Είπε πάλι: «Αν είσαι σιωπητικός, θα έχης ανάπαυση σε οποίον τόπο και αν κατοίκησης».
πε΄. Είπε πάλι για τον Αββά Πίωρ, ότι κάθε μέρα έβαζε αρχή στην αρετή.
πστ΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Εάν προληφθή άνθρωπος εν τίνι παραπτώματι και επιστρέψη, συγχωρείται από τον Θεό;». Του είπε ο γέρων: «Αλλά ο Θεός οπού πρόσταξε τους ανθρώπους να το κάνουν αυτό, πιο πολύ δεν θα το κάμη ο ίδιος; Γιατί πρόσταξε τον Πέτρο, λέγοντας: Έως εβδομηκοντάκις επτά άφες τω αδελφώ σου».
πζ΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Είναι καλό πράγμα το να προσεύχεται τινάς;». Του λέγει λοιπόν ο γέρων ότι είπε ο Αββάς Αντώνιος: «Από τον ίδιο τον Κύριο προήλθε η φωνή οπού έλεγε: Παρακαλείτε τον λαόν μου, λέγει Κύριος, παρακαλείτε».
πη’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Μπορεί ο άνθρωπος να κρατήση όλους τους λογισμούς και κανέναν τους να μη δίνη στον εχθρό;». Και είπε ο γέρων: «Είναι άνθρωπος οπού παίρνει δέκα και δίνει ένα».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)