1533.ΝΑ ΡΩΤΟΥΝ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ.
Ο ονομαστός για τον αδιάφθορο χαρακτήρα του Ρωμαίος πολιτικός Κάτων (134 – 149 π.Χ.) απέφευγε όσο μπορούσε τις τιμές.
Μια μέρα, ορισμένοι φίλοι και θαυμασταί του, του είπαν:
- Όλοι οι Ρωμαίοι πολιτικοί έχουν το άγαλμα τους στην αγορά της Ρώμης. Γιατί εσύ δεν θέλεις να φτιάξουν και το δικό σου;
Κι ο Κάτων αποκρίθηκε:
- Προτιμώ να ρωτούν οι επόμενες γενεές, γιατί δεν υπάρχει άγαλμα μου, παρά να ρωτούν γιατί υπάρχει.
1481. ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ;
Αρχίζοντας το κήρυγμά του, στάθηκε για λίγο σιωπηλός πάνω στον άμβωνα και με μεγάλη σοβαρότητα.
- Αγαπητοί, έχω μια ερώτηση που εγώ δεν μπορώ να απαντήσω. Ούτε εσείς. Εάν κάποιος άγγελος ήταν εδώ, δεν θα μπορούσε να απαντήσει. Ούτε κανένας διάβολος.
Και ενώ όλοι είχαν καρφώσει τα μάτια τους επάνω με έκπληξη και ανυπομονησία, ο ιεροκήρυκας συνέχισε:
- Η ερώτηση είναι: «Πως θα μπορέσουμε να ξεφύγουμε αν αμελήσουμε μια τόσο μεγάλη σωτηρία;» (Έβρ. 2, 3).
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ.665, 685 )
1514.ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΟΥ.
Νεκροθάπτης έλεγε κάποτε σε ιεροκήρυκα:
- Κανένας δεν μπορεί να κηρύξει καλύτερα από μένα.
- Τι θέμα μπορείς εσύ, αγράμματος, να αναπτύξεις; Τι λές; Ρωτά με απορία ο ιεροκήρυξ.
- Όταν δω πολύ κόσμο στο κοιμητήριο λέγω: «Βλέπετε, χριστιανοί, εκείνα τα μνήματα; Τα άνοιξα για σας. Δε θα περάσουν πολλά χρόνια και θα σας φέρουν και σας εδώ. Παρ΄όλα τα πλούτη σας, παρ΄όλη την ομορφιά σας, παρ΄όλη τη δύναμη σας εδώ θα καταλήξετε. Θα έρθετε εδώ για να σας σκεπάσω εγώ με το χώμα και να κοιμηθείτε εν ειρήνη». Κανείς δεν φεύγει ασυγκίνητος από τα λόγια μου, ενώ σεις με την ευγλωττία σας και τα επιχειρήματα σας πόσους πείθετε;
1518.Η ΜΟΝΗ ΘΕΣΗ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΗΝ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙ.
Ο Γάλλος αστρονόμος Κάμιλλος Φλαμμαριόν έγραψε το εξής επίγραμμα στον τάφο ενός φίλου του, που δεν ζητούσε άλλο παρά τιμές, αξιώματα και θέσεις.
Ενθάδε κείται ο Μ. Λ. Ο τάφος αυτός είναι η μόνη θέσης που πέτυχε, χωρίς ποτέ να την επιδιώξει.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 678-679)
(Υπόμννημα Π.Ν. Τρεμπέλα στη νεοελληνική)
Λουκ. 24,49 καὶ ἰδοὺ(1) ἐγὼ(2) ἀποστέλλω(3) τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου(4) ἐφ᾿ ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ(5) καθίσατε(6) ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλὴμ(7) ἕως οὗ ἐνδύσησθε(8) δύναμιν ἐξ ὕψους(9).
Λουκ. 24,49 Σας αναγγέλω δε, ότι εγώ σας στέλνω τώρα αυτό που υπεσχέθη ο Πατήρ, δηλαδή το Πνεύμα το Αγιον, δια νας σας φωτίζη και σας ενισχύη και σας περιφρουρή στο αποστολικόν σας έργον. Σεις λοιπόν καθίσατε εις την πόλιν Ιερουσαλήμ έως ότου φορέσετε, σαν άλλο ένδυμα, και κάμετε ιδικήν σας πλέον την σοφίαν και την δύναμιν, που θα σας έλθη από τον ουρανόν με την επιφοίτησιν του Αγίου Πνεύματος”.
(1) «Έπειτα για να μην ταραχτούν μέσα τους και σκεφτούν· Πώς θα δώσουμε μαρτυρία άνθρωποι άσημοι που στέλνονται στα έθνη, και θα παρουσιαστούμε στους Ιεροσολυμίτες που και σένα σε σκότωσαν. Να έχετε θάρρος, λέει, εξ΄αιτίας αυτού. Διότι θα σας στείλω εντός ολίγου την υπόσχεση του Πατέρα μου» (Θφ). Το «ἰδοὺ ἐγὼ» τονίζει το μεγαλείο της επαγγελίας, για την οποία θα μιλήσει αμέσως (g).
(2) Αντιτίθεται με το προηγούμενο ὑμεῖς (εσείς) = Να ο ρόλος σας, να και ο δικός μου (g). Η ενέργειά μου αυτή θα σας κάνει ικανούς για εκτέλεση της αποστολής σας (L).
(3) Υπάρχει και η γραφή εξαποστέλλω. Ο ενεστώτας δηλώνει αυτό που θα γίνει στο μέλλον αμέσως και με βεβαιότητα.
(4) «Την υπόσχεση του Πατέρα μου, την οποία είπε μέσω του Ιωήλ ότι: Θα ξεχύσω από το πνεύμα μου σε κάθε σάρκα» (Θφ). Εδώ για πρώτη φορά στα ευαγγέλια έχουμε τη λέξη επαγγελία με την τεχνική έννοια της υπόσχεσης του Θεού στο λαό του. Δες Ρωμ. α 2. Σημαίνεται εδώ κατά τρόπο ειδικό η δωρεά του Πνεύματος. Δες Ιεζεκ. λστ 27, Ιωήλ γ 1, Ζαχ. ιβ 10. Επαγγελία λοιπόν σημαίνει αυτό που έχει αναγγελθεί και υποσχεθεί (p). Η αποστολή του Αγίου Πνεύματος ήταν στην Π.Δ. ο σκοπός προς τον οποίο κατέληγαν όλες οι άλλες θείες επαγγελίες. Για αυτό και η απόλυτη έκφραση «τ η ν επαγγελία του Πατέρα», διότι αυτή ήταν η κατ’ εξοχήν επαγγελία. Τι θα ήταν το έργο του Μεσσία χωρίς την έλευση του Πνεύματος, το οποίο αναγεννά και εξαγιάζει; (g).
(5) Ακόμη μία φορά αντιτίθεται με έμφαση το εγώ και το εσείς (p). Με το εσείς, επανέρχεται ο Ιησούς από το δικό του έργο στο έργο των μαθητών (g). Εσείς όμως, οι οποίοι τώρα δεν τύχατε ακόμη αυτής της υπόσχεσης (δ).
(6) = Να παραμείνετε. Για το κάθομαι με την έννοια του μένω για κάποιο χρόνο σε κάποιο τόπο δες Πράξ. ιη 11,Εξοδ. ιστ 29, Κριτ. ιθ 4, Ρουθ γ 1, Α΄ Βασ. α 23 κλπ. (p). «Να μένετε στην Ιερουσαλήμ αχώριστοι, λόγω της ασθένειας και δειλίας που ακόμη έχετε» (Θφ). Η υπόσχεση είναι τόσο απαραίτητη για αυτούς, ώστε πρέπει να αποφύγουν να επιχειρήσουν την στον κόσμο αποστολή τους πριν ακόμη ντυθούν την υποσχημένη σε αυτούς θεία δύναμη (g).
(7) Αποσιωπάται το Ιερουσαλήμ από τους παλαιότερους κώδικες. Με αφορμή την παραγγελία αυτή ο Weiss και πολλοί άλλοι λένε: Εάν οι απόστολοι οφείλουν να παραμείνουν στην Ιερουσαλήμ μέχρι την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, οι εμφανίσεις του Ιησού που ακολούθησαν στη Γαλιλαία (Ματθ. κη 7, Μάρκ. ιστ 7, Ιω κα 1) αποκλείονται. Αλλά εάν τα λόγια στους στίχους 46 και 49 λέχθηκαν όχι την ίδια την ημέρα της Ανάστασης, αλλά σε κάποια άλλη ημέρα που προσέγγιζε προς την ημέρα της Ανάληψης, τότε η παραπάνω ένσταση παρουσιάζεται αστήρικτη (g).
(8) «Θα ντυθείτε σαν πανοπλία» (Ζ). Είμαστε γυμνοί, όταν στερούμαστε την ουράνια δύναμη (b). Οι εικόνες από την ενδυμασία χρησιμοποιούνται συχνά στο βιβλικό και κλασσικό ύφος για δήλωση γεγονότων ηθικών. Δες και Ρωμ. ιγ 14, Γαλ. γ 27, Κολ. γ 12 κλπ. (g). Και Ιώβ η 22, κθ 14, λθ 19,Ψαλμ. λδ 26, 92,1. «Δεν είπε, θα δεχτείτε, αλλά θα ντυθείτε, υποδηλώνοντας ότι η πνευματική όπλιση φρουρεί από παντού» (Θφ).
(9) Από ψηλά όπου ο Ιησούς αναλαμβανόταν. Το από ψηλά αντί για το από τον ουρανό, είναι έκφραση παρμένη από την ιερή ποίηση (b). Αυτοί που πήραν το Άγιο Πνεύμα ντύνονται δύναμη από ψηλά. Δύναμη λοιπόν που υπερβαίνει την δική τους δύναμη, αλλά και κάθε επίγεια δύναμη. Και σαν δύναμη από ψηλά τραβά την ψυχή προς τα άνω και κάνει αυτήν τέτοια ώστε να βλέπει πάντοτε ψηλά και να κατευθύνεται προς τα υψηλά.
Λουκ. 24,50 Ἐξήγαγε(1) δὲ(2) αὐτοὺς ἔξω ἕως εἰς Βηθανίαν(3), καὶ ἐπάρας(4) τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν(5) αὐτούς(6)
Λουκ. 24,50 Έπειτα δε από αυτάς και άλλας διδασκαλίας, τους έβγαλε έξω από την πόλιν κάπου εκεί κοντά εις την Βηθανίαν, και αφού εσήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε.
(1) Έβγαλε έξω από την πόλη που αναφέρεται στο στίχο 49. Δεν είναι δυνατόν να πιστέψουμε, ότι ο Λουκάς εννοεί, ότι το ακόλουθο γεγονός έλαβε χώρα κατά την ίδια νύχτα της πρώτης εμφάνισης και ότι η ανάληψη του Χριστού έγινε σε σκοτάδι. Τέτοιο χαρακτηριστικό ήταν αδύνατον να μην αναφερθεί από το Λουκά (p). «Αυτό θα το εννοήσουμε ότι έγινε την τεσσαρακοστή ημέρα. Διότι αυτά που αυτοί (οι ευαγγελιστές) λένε περιληπτικά, να τα εννοήσεις εσύ, σε παρακαλώ, ότι έγιναν σε πολλές ημέρες, όπως ο ίδιος ο Λουκάς λέει στις Πράξεις, ότι για σαράντα ημέρες εμφανιζόταν σε αυτούς. Συχνά δηλαδή ερχόταν σε αυτούς και έφευγε» (Θφ). «Τα ενδιάμεσα τα προσπέρασε ο ευαγγελιστής» (Ζ). Τους έβγαλε για να γίνουν αυτόπτες μάρτυρες της ανάληψής του. Οι μαθητές δεν τον είδαν να ανασταίνεται από τον τάφο, διότι η ανάστασή του θα αποδεικνυόταν με τις εμφανίσεις του αναστημένου που ακολούθησαν. Τον είδαν όμως να αναλαμβάνεται, διότι δεν θα μπορούσαν με άλλο τρόπο να έχουν με αυτοψία απόδειξη για την ανάληψή του.
(2) Το «δε» σημαίνει: Και αφού ολοκληρώθηκαν αυτές οι διδασκαλίες, τους έβγαλε έξω (g).
(3) Υπάρχει και η γραφή: έως προς Βηθανίαν. Δεν μπήκαν στη Βηθανία (L).
(4) Ύψωσε τα χέρια του, σε σχήμα κάποιου που προσεύχεται ή ευλογεί (d).
(5) «Ευλόγησε τους μαθητές, ίσως από τη μία και βάζοντας μέσα τους δύναμη φρουρητική μέχρι την παρουσία του Πνεύματος, ίσως από την άλλη, διδάσκοντας και εμάς, όταν φεύγουμε (πεθαίνουμε), να δίνουμε σαν παρακαταθήκη στους δικούς μας τις ευλογίες» (Θφ). Τους ευλόγησε, διότι δεν χωριζόταν από αυτούς δυσαρεστημένος, αλλά με αγάπη. Ύψωσε τα χέρια του, όπως ο αρχιερέας της Π.Δ. ύψωνε αυτά, όταν ευλογούσε το λαό (Λευϊτ. θ 22). Ευλόγησε σαν κάποιος που έχει εξουσία, όπως ο Ιακώβ ευλόγησε τους γιους του και όπως ο Μωϋσής τις δώδεκα φυλές.
(6) Η ευλογία αυτή ανήκει σε όλους τους πιστούς. Διότι οι έντεκα και αυτοί που ήταν μαζί τους εκπροσωπούσαν τη στιγμή εκείνη όλους αυτούς (b). Οι δώδεκα απόστολοι αντιπροσώπευαν ήδη τις δώδεκα φυλές έτσι ώστε ευλογώντας αυτούς ευλογούσε ολόκληρο τον Ισραήλ της χάριτος.
Λουκ. 24,5 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν(1) αὐτὸν αὐτοὺς διέστη(2) ἀπ᾿ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν(3).
Λουκ. 24,51 Και συνέβη τούτο το θαυμαστόν· ενώ αυτός τους ευλογούσε, εχωρίσθη από αυτούς και εφέρετο προς τα επάνω στον ουρανόν.
(1) Δεν έπαυσε να τους ευλογεί, αλλά εξακολουθούσε να τους ευλογεί, έως ότου δεν μπορούσαν πλέον να τον βλέπουν. Η ευλογία του δεν διακόπηκε ποτέ. Διότι η μεσιτεία του, την οποία από τότε εξακολουθεί να αναφέρει προς τον Πατέρα του για χάρη μας, είναι συνέχεια της ευλογίας αυτής.
(2) Το διέστη δηλώνει απόσταση που ολοένα αυξάνει και καταλήγει σε εξαφάνιση (g), αλλά και απομάκρυνση όχι με φυγή, αλλά με ανύψωση από τον τόπο, στον οποίο στεκόταν, από τον οποίο δεν απομακρύνθηκε περπατώντας (δ). Σηκώθηκε πάνω από τα κεφάλια τους, όπως ο Ηλίας πάνω από τον Ελισαίο. Τα αγαπημένα μας πρόσωπα επόμενο είναι να μας φύγουν. Εκείνοι οι οποίοι μας αγαπούν και προσεύχονται για μας και μας διδάσκουν ενδέχεται να φύγουν πριν από εμάς. Η σωματική παρουσία του ίδιου του Χριστού δεν αναμενόταν να παραταθεί αιωνίως στον κόσμο αυτόν. Έπρεπε να φύγει από εμάς στους ουρανούς, διότι αλλιώς ούτε ο άλλος Παράκλητος θα μας στελνόταν ούτε θα είχαμε τον ίδιο τον Ιησού Παράκλητο προς τον Πατέρα και αρχιερέα μέγα που παντοτινά θα προσεύχεται για μας. Έτσι και αυτοί από τους αγαπημένους μας οι οποίοι φεύγουν εν Κυρίω πριν από εμάς πορεύονται εκεί ως πρόδρομοί μας και προσεύχονται για μας.
(3) Ο κώδικας του Βέζα και ο σιναϊτικός παραλείπουν τη φράση «καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν» (δ). Ο Αυγουστίνος επίσης αποσιωπά αυτήν μία φορά (de unit. Eccl. X), αναφέρει όμως αυτήν αλλού (de cons. Ev. III 83) (L). Η παράλειψη μπορεί να εξηγηθεί και από τη βιασύνη των αντιγραφέων που φθάνουν στο τέλος της εργασίας τους (g). «Ανέβαινε αφού σύννεφο τον βάστηξε, όπως ο παρών ευαγγελιστής έγραψε στο βιβλίο των αποστολικών Πράξεων» (Ζ). «Ανέβαινε στον ουρανό για να καθίσει μαζί με τον Πατέρα και μαζί με την ενωμένη με αυτόν σάρκα» (Κ). «Διότι ο μεν Ηλίας (ανέβηκε) σαν στον ουρανό· δηλαδή έδινε την εντύπωση ότι ανέβαινε στον ουρανό. Ο Σωτήρας όμως ανέβηκε σε αυτόν τον ίδιο τον ουρανό πρόδρομος όλων με την αγία σάρκα του (=την ανθρώπινη φύση μας) για να εμφανιστεί στο πρόσωπο του Θεού και να την παρουσιάσει συγκαθήμενη με τον Πατέρα» (Θφ). Ανέβαινε στον ουρανό από μόνος του και με τη δική του δύναμη και ενέργεια. Δεν χρειάστηκε άρμα πυρός ή πύρινα άλογα. Γνώριζε τον δρόμο προς τον ουρανό, διότι ήταν «ο Κύριος από τον ουρανό», «ο υιός του ανθρώπου, που κατέβηκε από τον ουρανό. Και μπορούσε να επιστρέψει πάλι. Ανέβηκε πάνω σε σύννεφο, όπως «ο άγγελος Κυρίου στη φλόγα του θυσιαστηρίου», όπου ο Μανωέ πρόσφερε τη θυσία του (Κριτές ιγ 20).
Λουκ. 24,52 καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες αὐτὸν(1) ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ(2) μετὰ χαρᾶς μεγάλης(3),
Λουκ. 24,52 Και αυτοί, αφού τον επροσκύνησαν, επέστρεψαν εις την Ιερουσαλήμ με μεγάλην χαράν.
(1) Το προσκυνήσαντες αὐτὸν, μολονότι μαρτυρείται από όλους τους κώδικες, επειδή αποσιωπάται από μόνο τον κώδικα Βέζα και την Ιτάλα, θεωρείται ότι πρέπει να βγει από τους νεώτερους κριτικούς, με εικασίες που κατά τη γνώμη μας δεν είναι πιθανές και επαρκώς αιτιολογημένες.
(2) Υπακούοντας στην στο στίχο 49 παραγγελία του Κυρίου «καθίστε στην πόλη» (p).
(3) Χαίρονταν «για την ελπίδα της υπόσχεσης που τους είπε» (Ζ). Χαίρονταν βλέποντας το θρίαμβο του Χριστού και αναμένοντας τη βοήθειά του (L). Χαίρονταν διότι η ευλογία, την οποία προ ολίγου πήραν από αυτόν κυρίευσε τις καρδιές τους (g). Αξιοθαύμαστη μεταβολή! Όταν πριν το πάθος ο Χριστός έλεγε στους μαθητές: «Σας συμφέρει να φύγω», «η λύπη γέμισε την καρδιά τους». Τώρα όμως που βλέπουν το Χριστό να φεύγει οριστικά, γέμισαν με χαρά, πεπεισμένοι τελείως, ότι ήταν ωφέλιμο και για αυτούς και για την εκκλησία το να φύγει, διότι θα έστελνε σε αυτούς τον Παράκλητο. Η δόξα του Χριστού είναι η χαρά, η υπερβολική χαρά, όλων των αληθινά πιστών, ακόμη και όταν αυτοί βρίσκονται στον κόσμο αυτόν. Πολύ περισσότερο θα γεμίσουν αυτοί από χαρά, όταν θα απέλθουν στη νέα Ιερουσαλήμ για να συναντήσουν αυτόν με όλη τη δόξα του και να συζήσουν μαζί του παντοτινά.
Λουκ. 24,53 καὶ ἦσαν διὰ παντὸς(1) ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες(2) τὸν Θεόν. Ἀμήν(3).
Λουκ. 24,53 Και ήσαν συνεχώς κατά τας ώρας της λατρείας στο ιερόν υμνούντες και δοξολογούντες τον Θεόν. Αμήν.
(1) «Ήταν πάντοτε στο ιερό, κατά τις ώρες των συνάξεων εννοείται, όταν δηλαδή επιτρεπόταν να είναι σε αυτό» (Ζ). Το «διὰ παντὸς» πρέπει να το πάρουμε με έννοια σχετική= όσες φορές οι ώρες της προσευχής και οι πράξεις της λατρείας τους καλούσαν στο ναό (Πράξ. γ 1). Η προσκαρτέρηση αυτή στο ιερό δεν εμπόδιζε αυτούς να συναθροίζονται και να προσκαρτερούν και αλλού (Πράξ. α 13, 15 και εξής) (g).
(2) Ο κώδικας του Βέζα και η Ιτάλα έχουν μόνο το αἰνοῦντες. Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα έχουν μόνο το εὐλογοῦντες. Τα βυζαντινά χειρόγραφα έχουν «αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες». Η πράξη του να ευλογεί κάποιος προέρχεται μάλλον από ευγνωμοσύνη για κάποια ευεργεσία του Θεού· η πράξη του να αινεί (υμνεί) από θαυμασμό ανιδιοτελή των απείρων τελειοτήτων του Θεού (g). «Αυτοί που πριν ήταν κλεισμένοι, τώρα περνούν τον καιρό τους ανάμεσα στους αρχιερείς και δεν υπάρχει τίποτα το βιοτικό σε αυτούς· αλλά αφού όλα τα περιφρόνησαν, στο ιερό υμνούν παντοτινά το Θεό και τον ευλογούν» (Θφ). Οι ζωοθυσίες έχουν πλέον καταργηθεί με τη θυσία του Χριστού. Αίνοι όμως και ύμνοι πάντοτε θα αναπέμπονται στο Θεό και ουδέποτε παύουν να είναι επίκαιροι. Τίποτα άλλο δεν προετοιμάζει την ψυχή για υποδοχή του Αγίου Πνεύματος από την αγία χαρά, που εκδηλώνεται σε αίνους και δοξολογίες. Οι φόβοι κατασιγάζουν, οι λύπες καταπραΰνονται και διαλύονται, και οι ελπίδες αναπτερώνονται.
(3) Αποσιωπάται από τον σιναϊτικό κώδικα και κάποιους μεγαλογράμματους και μικρογράμματους, βρίσκεται όμως στους περισσότερους από τους μεγαλογράμματους και τους υπόλοιπους. Θεωρείται από τους νεώτερους ερμηνευτές ως προσθήκη λειτουργική εν όψει της ανάγνωσης στις εκκλησιαστικές συνάξεις.
142. Χωρίς τον Θεό, είμαστε φτωχοί, όλο ανάγκες, τυφλοί και γυμνοί. Γιατί ο Θεός είναι το παν για μας. Αυτός είναι ο πλούτος μας, η δικαίωσίς μας, ο αγιασμός μας, η ζωή μας η αληθινή και μακαρία.
143. Τι σημαίνει έλεος; Έλεος σημαίνει να αγαπάμε τους εχθρούς μας, να ευλογούμε αυτούς που μας καταρώνται, να είμαστε καλοί σ’ εκείνους που μας μισούν, να παίρνουμε το μέρος όσων καταδιώκονται.
144. Τίποτε δεν βρίσκεται πιο εύκολα πλησίον μας και μέσα μας από τον Θεό. Ο αέρας και το φως, αυτά τα δύο υλικά στοιχεία, κινούνται και μεταδίδονται εύκολα σε κάθε αντικείμενο ικανό να τα δεχθή και να τα προσλάβη. Πόσο πιο εύκολο είναι αυτό για τον Θεό, το Πανταχού Παρόν Πνεύμα, το Άπειρο και Παντοδύναμο, που το κινεί η αγάπη και διέπει η κοινωτικότης! Εμείς οι άνθρωποι έχουμε φύσι κοινωνική. Άπειρα περισσότερο είναι κοινωνική η ενέργεια του Θεού. Αν ένας πατέρας και μία μητέρα, όσο και αν είναι αμαρτωλοί άνθρωποι, προσφέρουν στα παιδιά τους ό,τι έχουν εκείνα ανάγκη, «πόσῳ μᾶλλον ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, δώσει ἀγαθὰ τοῖς αἰτοῦσιν αὐτόν;» (Ματθ. ζ’ 11). «τῆς δὲ εὐποιΐας καὶ κοινωνίας μὴ ἐπιλανθάνεσθε» (Εβρ. ιγ’ 16).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 79)
139. Λέγε μέσα σου, με όλη την καρδιά σου: «Ο Κύριος είναι το παν για μένα. Εγώ δεν είμαι τίποτε. Χώμα και στάχτη είμαι». Ο Ιησούς Χριστός μας βεβαίωσε, ότι χωρίς τη δική του χάρι, τίποτε δεν μπορούμε να κάνουμε (Ιω. ιε’ 5). Είναι πράγματι το παν για μας. Να είσαι βέβαιος γι’ αυτό κάθε στιγμή της ζωής σου. Έτσι, να καταφεύγης στον Χριστό για το κάθε τι, από το έλεός του περιμένοντας βοήθεια για τη σωτηρία σου και για ό,τι άλλο έχεις να κάνης σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο.
140. Να είσαι αγαθά διατεθειμένος, στην καρδιά, στα λόγια, στις πράξεις, έτοιμος κάθε φορά να διακονής τους άλλους πρόθυμα και με πραότητα, ενθυμούμενος τα λόγια του Σωτήρος: «ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος» (Ματθ. κ’ 26).
141. Πίστευε ακράδαντα ότι ο Κύριος είναι πάντοτε το παν για σένα. Κατά την προσευχή, είναι η δύναμις και η φλόγα του Αγίου Πνεύματος, που θερμαίνει και φτερώνει όλα σου τα λόγια. Κατά τις πνευματικές συνομιλίες, είναι το «ύδωρ το ζων», που κάνει τα λόγια σου πνευματικά και δροσερά. Μην αγωνιάς για τίποτε, αφού ο Κύριος σου είναι παρών στη ζωή σου. Η αγκάλη του σε περιβάλλει από παντού. Βρίσκεται όχι μονάχα γύρω σου, αλλά και μέσα σου, γνωρίζοντας όλους τους λογισμούς, τις ανάγκες και τους πόθους σου. Εφ’ όσον ζης μαζί του μέσα στην πίστι και την αγάπη, το κακό δεν μπορεί να υπερισχύση. «Ο Κύριος ἐγγύς. Μηδέν μεριμνᾶτε» (Φιλιππ. δ’ 5, 6).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 78-79)
«Ο Θεός στους περήφανους εναντιώνεται, ενώ στους ταπεινούς δίνει χάρη» (Α’ Πέτρου 5:5)
«Εγώ δημιουργώ τις περιστάσεις»! είπε κάποτε κομπάζοντας ο Ναπολέων Βοναπάρτης. Αργότερα, όμως, η Μόσχα, ο Έλβας, το Βατερλώ και τα βράχια της Αγίας Ελένης τον ταπείνωσαν και τον δίδαξαν πως Εκείνος που δημιουργεί τις περιστάσεις είναι άλλος! Το ίδιο συμβαίνει συχνά και με πολλούς από μας. Ο Θεός επιτρέπει κάποια παθήματα, κάποιες δοκιμασίες, κάποιες θλίψεις στη ζωή μας για να μας διδάξει ότι δεν είμαστε ανεξάρτητοι απ’ Αυτόν και δεν μπορούμε να ζούμε σύμφωνα με τις σαρκικές επιθυμίες μας χωρίς να πληρώσουμε το κόστος. Άλλοτε χρησιμοποιεί τις δοκιμασίες για να μας κρατά ταπεινούς νιώθοντας την απόλυτη εξάρτησή μας απ’ Αυτόν. Άλλοτε πάλι τις χρησιμοποιεί για να σφυρηλατεί το χριστιανικό μας χαρακτήρα και να μας δυναμώνει στην πίστη. «Εγώ σε λαμπικάρισα, μα όχι στη φωτιά καθώς το ασήμι. Στις θλίψης το καμίνι σε δοκίμασα», λέει ο Θεός (Ησαΐας 48:10). Μερικές φορές θα πρέπει να ευχαριστούμε το Θεό περισσότερο για δοκιμασίες και θλίψεις που επιτρέπει στη ζωή μας, για προσευχές μας που η απάντησή Του είναι «Όχι», παρά για μια ζωή άνετη κι αλαζονική που μας αποξενώνει απ’ Αυτόν.
(Σ.Α.Ι.)
«Και ξέρουμε, βέβαια, πως σ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό, όλα συντελούν για το τελικό καλό τους…» (Ρωμ. 8:28)
Η Αυστραλή αθλήτρια Μάρτζορυ Τζάκσον έπαθε σοκ μόλις πληροφορήθηκε ότι ο άντρας της είχε λευχαιμία. «Οι πόνοι του ήταν τρομεροί», λέει η Μάρτζορυ, «έχασα την πίστη μου στο Θεό». Αλλά μετά το θάνατο του άντρας της, η Μάρτζορυ βρήκε μια νέα πίστη κι έναν καινούργιο σκοπό στη ζωή. Περιγράφοντας την εμπειρία της αυτή, είπε: «Ο Πέτρος πέθανε. Την ώρα εκείνη ήμουν δίπλα του. Τότε έγινε ένα θαύμα στην καρδιά μου. Μια ανέκφραστη ειρήνη ήρθε και με σκέπασε. Ένιωσα έντονα την παρουσία του Θεού. Ήξερα ότι ο Πέτρος δεν πονούσε πια κι ότι βρισκόταν στην παρουσία του Θεού, τον Οποίο αγαπούσε κι εμπιστευόταν. Ένιωσα πως ο Θεός, μέσ’ από τη δοκιμασία μου έδειξε ότι πρέπει να χρησιμοποιήσω την εμπειρία αυτή για κάποιο σκοπό. Προσευχήθηκα και Του ζήτησα να μου δείξει τι πρέπει να κάνω». Έτσι, δημιουργήθηκε το «Κέντρο Έρευνας Λευχαιμίας Πέτρος Νέλσον», με σκοπό τη συλλογή χρημάτων για τη θεραπεία της λευχαιμίας.
«Κύριε, όταν ξεσπάσουν θύελλες στη ζωή μου, μη μ’ αφήσεις να λυγίσω. Βγάλε με νικητή και χρησιμοποίησέ με για την έκφραση της αγάπης Σου και την ανακούφιση των συνανθρώπων μου. Αμήν.
(Γ.Σ.Κ.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
1226. ΓΙΑ ΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ.
Ο άγιος Αντώνιος ο ερημίτης έλαβε κάποτε ένα γράμμα από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο. Οι μοναχοί που το έμαθαν αυτό ήταν περίεργοι να μάθουν τι του έγραφε και πως θα μπορούσαν και αυτοί να έπαιρναν ένα τέτοιο γράμμα.
Το έμαθε αυτό ο άγιος Αντώνιος και τους είπε: : «Τι είναι το γράμμα ενός ανθρώπου μπρός σε κείνο το γράμμα που μας άφησε ο Θεός; Το ιερό Ευαγγέλιο είναι το γράμμα που ο ίδιος ο Θεός άφησε στους ανθρώπους, είναι ο γραπτός λόγος του Ιησού Χριστού. Τι καλύτερο μπορεί ένας βασιλιάς να μας πει εν συγκρίσει με ότι μας λέγει ο Θεός;».
Η ίδια παρατήρησις μπορούσε να γίνει σήμερα για πολλούς χριστιανούς που αμελούν την ανάγνωση του ιερού Ευαγγελίου και επιδίδονται σε επιπόλαιες αναγνώσεις μυθιστορημάτων και άλλων ανήθικων αναγνωσμάτων.
1366. ΤΟ ΧΕΡΙ ΠΟΥ ΡΑΠΙΣΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ.
Πλούσιος Γάλλος κόμης προσκλήθηκε σε μια συγκέντρωση να γνωρίσει τον πολύ γνωστό δυστυχώς Ερνέστο Ρενάν, που έγραψε την ιστορία του Ιησού Χριστού, στην οποία ιερόσυλα βλασφημά το Λυτρωτή.
Ο Ρενάν του έτεινε το χέρι κι ο κόμης αποτράβηξε το δικό του λέγοντας:
- Δε θέλω ποτέ να πιάσω το χέρι που ράπισε τον Κύριο μου.
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 556, 618)
60. «Πρόθυμη και υπάκουη στους γονείς σου» (Δ, 97).
Η Θεοτόκος δεν φαίνεται να έζησε πολύ με τους γονείς της. Τα περισσότερα παιδικά και εφηβικά της χρόνια τα πέρασε μέσα στο Ναό. Ωστόσο, η παρατήρησις του αγ. Δαμασκηνού είναι ακριβής. Η μικρή Θεοτόκος ήταν υπάκουη στους γονείς της. Κι’ αυτό το αποδεικνύει η πράξις της υπέρτατης υπακοής της, το ότι δηλαδή δέχθηκε να αφιερωθή στον Κύριο, κατά το θέλημα και την ιερή απόφασι των γονέων της.
Ότι απεχθάνονται συνήθως τα παιδιά και ιδίως οι έφηβοι είναι οι αποφάσεις που παίρνουν οι γονείς τους για λογαριασμό τους. Παραπονούνται, διαμαρτύρονται, επαναστατούν για τις αποφάσεις αυτές. Και η συνήθης δικαιολογία των παιδιών για τη στάσι τους αυτή είναι, ότι αφ’ ενός μεν οι γονείς δεν γνωρίζουν όσα αυτά γνωρίζουν για την εποχή και τη ζωή τους και αφ’ ετέρου ότι οι γονείς με τις αποφάσεις τους καταπιέζουν την ελευθερία των παιδιών τους.
Η Θεοτόκος δεν πρόβαλε καμμιά αντίρρησι στην απόφασι των γονέων της. Τη σεβάστηκε και την αποδέχθηκε. Αυτό ήταν το δικό της χρέος. Αν οι γονείς της έσφαλαν, θα το έδειχνε ο καιρός, θα το αποδείκνυε η πραγματικότης. Θα το φανέρωνε ο Θεός! Η ζωή ενός ανθρώπου είναι τόσο πολύτιμη, ώστε δεν επιτρέπει ο Θεός να καταστραφή με μια λανθασμένη εκτίμησι και απόφασι έστω και των γονέων. Ο Θεός δεν επιτρέπει να σκοτωθούν χωρίς λόγο ένα δύο σπουργήτια (Ματθ. ι' 29). Πώς θα επιτρέψη να ζημιωθή η ζωή ενός ανθρώπου, εξ αιτίας μιας εσφαλμένης αποφάσεως;
Η Θεοτόκος στήριξε τη ζωή της στην υπακοή. Και δεν πήγε χαμένη. Η υπακοή στην απόφασι των γονέων της την ωδήγησε στο δρόμο της δόξας και του ανυπέρβλητου μεγαλείου. Η ανυπακοή θα ικανοποιούσε ίσως τη φιλοδοξία και τον εγωισμό της. Θα την ωδηγούσε όμως οπωσδήποτε στην αφάνεια της μηδαμινότητος.
Ένα πράγμα πρέπει να κατανοήσουν οι έφηβοι: ότι η υπακοή δεν σημαίνει αποτυχία. Αντίθετα, η υπακοή είναι η βάσις επιτυχίας στη ζωή.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 87-88 )
ΚΑΠΟΙΟΣ Γέροντας αρρώστησε βαριά και του κόπηκε η όρεξη. Ο υποτακτικός του, για να τον ευχαριστήσει, τον παρακάλεσε να του επιτρέψει να του φτιάξει μια μικρή πίτα. Μπροστά στην επιμονή του νέου, υποχώρησε ο Γέροντας και τον άφησε. Από την βιασύνη του ο υποτακτικός έκανε λάθος κι αντί για μέλι έριξε στην πίτα λινέλαιο, που μεταχειρίζονταν στο εργόχειρό τους.
Μόλις έβαλε λίγο στο στόμα του ο Γέροντας, κατάλαβε το λάθος του υποτακτικού, αλλά για να μην τον λυπήσει, δεν είπε τίποτε. Βίασε τον εαυτό του να φάει, αλλά ήταν αδύνατον. Το λινέλαιο έχει αηδιαστική γεύση. Βλεποντάς τον ανόρεκτο ο νέος, τον πίεζε να φάει. Για να τον πείσει, έβαλε κι αυτός λίγο στο στόμα του, λέγοντας:
- Είναι πολύ ωραίο. Να, τρώω κι εγώ.
Μα αμέσως κατάλαβε το λάθος που είχε κάνει κι έβαλε τις φωνές:
- Αλίμονο, σε θανάτωσα, Αββά. Και δεν μου έλεγες τίποτε τόση ώρα;
- Μην στενοχωριέσαι, παιδί μου, του είπε με καλοσύνη ο Όσιος. Αν ήθελε ο Θεός να φάω πίτα, θα είχες βάλει μέσα μέλι.
ΈΝΑΣ Γέροντας δίνει τον ακόλουθο κανόνα ευπρεπείας:
- Όταν καθίσεις να φας, αδελφέ, πρόσεξε μην νικηθείς από τον δαίμονα της λαιμαργίας, που σε αναγκάζει να τρως άτακτα και με βιασύνη και να επιθυμείς να γεύεσαι πολλά είδη φαγητών μαζί. Μάθε να τρως με σεμνότητα και να διατηρείς το μέτρο της εγκράτειας.
ΜΑΣ διηγείται ο βιογράφος του Οσίου Σάββα του Ηγιασμένου πως πολύ νέος, αμούστακο σχεδόν παιδί, πήγε σ’ ένα μοναστήρι κι έγινε μοναχός. Ο Ηγούμενος τον έστειλε να βοηθά τον κηπουρό. Μια μέρα, που βρέθηκε μόνος στον κήπο ο μικρός Σάββας, είδε ένα κατακόκκινο μήλο πάνω στην μηλιά. Λαχτάρησε να το γευτεί, καθώς ήταν πεινασμένος. Άπλωσε το χέρι να το κόψει. Μα αμέσως το κατέβασε τρομαγμένος. Μια φωνή, που ερχόταν βαθιά από μέσα του, του έλεγε:
- Ένα τέτοιο μήλο έδιωξε τον Αδάμ από τον Παράδεισο. Θέλεις να πάθεις κι εσύ το ίδιο, Σάββα;
Κι όχι μόνο δεν έκοψε εκείνο για να το φάει, μα τιμώρησε τον εαυτό του για την επιθυμία, που τον έσπρωχνε στην κακή πράξη, κι από τότε σ’ όλη του την ζωή δεν έβαλε μήλο στο στόμα του.
Με κάτι τέτοια απόκτησαν δυνατό χαρακτήρα οι Άγιοι.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 94 )
ΚΑΠΟΙΟΣ Γέροντας αρρώστησε βαριά και του κόπηκε η όρεξη. Ο υποτακτικός του, για να τον ευχαριστήσει, τον παρακάλεσε να του επιτρέψει να του φτιάξει μια μικρή πίτα. Μπροστά στην επιμονή του νέου, υποχώρησε ο Γέροντας και τον άφησε. Από την βιασύνη του ο υποτακτικός έκανε λάθος κι αντί για μέλι έριξε στην πίτα λινέλαιο, που μεταχειρίζονταν στο εργόχειρό τους.
Μόλις έβαλε λίγο στο στόμα του ο Γέροντας, κατάλαβε το λάθος του υποτακτικού, αλλά για να μην τον λυπήσει, δεν είπε τίποτε. Βίασε τον εαυτό του να φάει, αλλά ήταν αδύνατον. Το λινέλαιο έχει αηδιαστική γεύση. Βλεποντάς τον ανόρεκτο ο νέος, τον πίεζε να φάει. Για να τον πείσει, έβαλε κι αυτός λίγο στο στόμα του, λέγοντας:
- Είναι πολύ ωραίο. Να, τρώω κι εγώ.
Μα αμέσως κατάλαβε το λάθος που είχε κάνει κι έβαλε τις φωνές:
- Αλίμονο, σε θανάτωσα, Αββά. Και δεν μου έλεγες τίποτε τόση ώρα;
- Μην στενοχωριέσαι, παιδί μου, του είπε με καλοσύνη ο Όσιος. Αν ήθελε ο Θεός να φάω πίτα, θα είχες βάλει μέσα μέλι.
ΈΝΑΣ Γέροντας δίνει τον ακόλουθο κανόνα ευπρεπείας:
- Όταν καθίσεις να φας, αδελφέ, πρόσεξε μην νικηθείς από τον δαίμονα της λαιμαργίας, που σε αναγκάζει να τρως άτακτα και με βιασύνη και να επιθυμείς να γεύεσαι πολλά είδη φαγητών μαζί. Μάθε να τρως με σεμνότητα και να διατηρείς το μέτρο της εγκράτειας.
«Να υπακούτε και να υποτάσσεσθε στους προϊσταμένους, γιατί αυτοί αγρυπνούν για τη σωτηρία των ψυχών σας, σαν άνθρωποι που θα δώσουν λόγο γι' αυτές, ώστε να εκτελούν το έργο τους αυτό με χαρά και χωρίς στεναγμούς˙ διότι δεν σας συμφέρει το να στενάζουν αυτοί».
1. Η αναρχία παντού είναι κακό και αίτια πολλών συμφορών και αρχή της αταξίας και της συγχύσεως, κυρίως όμως στην Εκκλησία είναι πάρα πολύ επικίνδυνη, διότι και η εξουσία της Εκκλησίας είναι μεγαλύτερη και υψηλότερη. Όπως δηλαδή αν σκοτώσης τον αρχηγό του χορού θα διαλυθή ο χορός και ως προς τα μέλη του και ως προς την τάξι, κι' αν αρπάξης τον στρατηγό από τη στρατιωτική φάλαγγα, δεν θα υπάρχη ευρυθμία και τάξις στην παράταξι, και επίσης αν αφαιρέσης τον κυβερνήτη από το πλοίο, θα καταβυθίσης το σκάφος, έτσι και εάν απομακρύνης τον ποιμένα από το ποίμνιο, όλα θα τα ανατρέψης και θα τα καταστρέψης. Είναι λοιπόν μεγάλο κακό η αναρχία και αιτία καταστροφής, αλλά όχι μικρότερο κακό είναι και η ανυπακοή των υπηκόων˙ το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και εδώ. Διότι ο λαός που δεν υπακούει στον άρχοντά του μοιάζει μ’ εκείνον που δεν έχει άρχοντα, και ίσως χειρότερα˙ καθόσον εκεί και συγχωρούνται για την αταξία τους, ενώ εδώ όχι μόνο δεν συγχωρούνται, αλλά και τιμωρούνται. Ίσως όμως μας πη κάποιος, ότι υπάρχει και τρίτο κακό, το να είναι ο αρχηγός κακός. Το ξέρω κι’ εγώ, κι’ όχι μόνο δεν είναι μικρό το κακό αυτό, αλλ’ είναι πολύ χειρότερο και από την αναρχία˙ και είναι προτιμότερο να μη διοικήσαι από κανέναν, παρά να διοικήσαι από κακόν άρχοντα. Διότι αυτός πολλές φορές σώθηκε, αλλά πολλές φορές και κινδύνευσε, ενώ ο άλλος οπωσδήποτε θα κινδυνεύση, οδηγούμενος στα βάραθρα.
Πώς λοιπόν ο Παύλος λέγει, «να υπακούτε και να υποτάσσεσθε στους προϊσταμένους σας»; Αφού είπε προηγουμένως, «να αναλογίζεσθε την όλη πορεία της ζωής τους και να μιμήσθε την πίστι τους», κατόπιν πρόσθεσε, «να υπακούτε και να υποτάσσεσθε στους προϊσταμένους σας». Τι λοιπόν θα συμβή, λέγει, όταν είναι κακός και δεν τον υπακούμε; Κακός, πώς το εννοείς; εάν είναι τέτοιος εξ αίτιας της πίστεως, απόφευγέ τον και απομακρύνσου απ’ αυτόν, όχι μόνο αν είναι άνθρωπος, αλλά κι’ αν ακόμη είναι άγγελος που κατέβηκε από τον ουρανό˙ εάν όμως είναι κακός ως προς την ιδιωτική του ζωή, μην ασχολήσαι μ’ αυτήν. Κι’ αυτό δεν το λέγω εγώ, αλλά το παίρνω από τη θεία Γραφή. Άκουσε τι λέγει ο Χριστός˙ «στην έδρα του Μωυσή κάθισαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι». Αφού προηγουμένως τους καταδίκασε, κατόπιν πρόσθεσε˙ «στην έδρα του Μωυσή κάθισαν. Όλα λοιπόν, όσα σας λένε να κάνετε, να τα κάνετε˙ να μην ενεργήτε όμως σύμφωνα με τα έργα τους». Έχουν, λέγει, το αξίωμα του διδασκάλου, αλλ’ η ζωή τους είναι ακάθαρτη. Εσείς όμως μη προσέχετε τη συμπεριφορά τους, αλλά τα λόγια τους˙ διότι τα ήθη τους δεν θα βλάψουν κανέναν. Γιατί; Και διότι είναι γνωστά σε όλους, αλλά ούτε και ο ίδιος, κι’ αν ακόμα είναι μύριες φορές κακός, θα διδάξη ποτέ το κακό. Αν όμως είναι κακός ως προς τα θέματα πίστεως, ούτε γίνεται σε όλους φανερό, και ο κακός δεν θα διστάση να διδάσκη το κακό˙ αφού και το, «μη κρίνετε, για να μη κριθήτε», αναφέρεται στον τρόπο ζωής, κι’ όχι στην πίστι˙ διότι αυτό που προσθέτει αυτό δείχνει. «Γιατί βλέπεις», λέγει, «το άχυρο που υπάρχει στο μάτι του αδελφού σου, και δεν αντιλαμβάνεσαι το δοκάρι που υπάρχει στο δικό σου μάτι;».
«Όλα λοιπόν, όσα σας λένε», λέγει, «να κάνετε, να τα κάνετε (και το «να τα κάνετε» αναφέρεται στα έργα, όχι στην πίστι)˙ να μην κάνετε όμως αυτά που κάνουν αυτοί». Βλέπεις ότι ο λόγος δεν γίνεται για δόγματα, αλλά για τρόπο ζωής και πράξεως; Αλλ’ ο Παύλος πρώτα τους έδωσε συστάσεις και κατόπιν πρόσθεσε˙ «να υπακούτε και να υποτάσσεσθε στους προϊσταμένους σας, διότι αυτοί αγρυπνούν για τη σωτηρία των ψυχών σας, επειδή θα λογοδοτήσουν γι’ αυτές». Ας τα ακούσουν αυτά και οι άρχοντες και όχι μόνο οι υπήκοοι, διότι όπως ακριβώς οφείλουν να είναι πειθαρχικοί οι υπήκοοι, έτσι και οι άρχοντες πρέπει να είναι άγρυπνοι και συνετοί. Τι λες; Αγρυπνεί ο άρχοντας, κίνδυνοι απειλούν αυτόν τον ίδιο, υπόκειται σε τιμωρίες για τα αμαρτήματα σου, και είναι υπεύθυνος από τόσο φόβο εξ αιτίας σου, κι’ εσύ ραθυμείς και αδιαφορείς και είσαι βάναυσος και δεν θέλεις να τον υπακούς; Γι’ αυτό προσθέτει λέγοντας˙ «για να εκτελούν με χαρά το έργο τους αυτό και όχι με στεναγμούς˙ διότι το να στενάζουν δεν σας συμφέρει».
Βλέπεις ότι ο άρχοντας, όταν τον καταφρονούν, δεν πρέπει να εκδικήται, αλλά η μεγάλη άμυνά του είναι τα δάκρυα και οι αναστεναγμοί; Σωστά˙ αφού και ο γιατρός δεν πρέπει να εκδικήται όταν καταφρονήται από τον ασθενή, αλλά να κλαίη και να θρηνή. Άρα, εάν αναστενάξη ο άρχοντας, θα σε εκδικηθή ο Θεός. Διότι, εάν προσελκύουμε τον Θεό όταν αναστενάζουμε για τα λάθη μας, δεν θα τον προσελκύσουμε ακόμη περισσότερο όταν αναστενάζουμε εξ αιτίας του φόβου και της περιφρονήσεως των άλλων; Βλέπεις ότι δεν αφήνει τον άρχοντα να παρασύρεται σε έργα αυθάδη; βλέπεις πόση είναι η φιλοσοφία του πράγματος; Οφείλει ν’ αρκήται στον αναστεναγμό αυτός που περιφρονείται, που καταπατείται, που καταφρονείται. Μη πάρης θάρρος, επειδή δεν σε εκδικείται˙ καθόσον ο αναστεναγμός είναι η πιο φοβερή εκδίκησις. Διότι αυτός, όταν δεν μπορή να σε βοηθήση με τους στεναγμούς του, καλεί τον Δεσπότη˙ και όπως στην περίπτωσι του διδασκάλου και του παιδαγωγού, όταν το παιδί δεν τον ακούη, καλείται εκείνος που είναι αυστηρότερος, έτσι κι εδώ. Πω, πω, πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος! Τι θα μπορούσε να πη κανείς προς τους άθλιους εκείνους που σπρώχνουν τον εαυτό τους σε τόση μεγάλη άβυσσο τιμωριών; Για όλους αυτούς που εξουσιάζεις, γυναίκες, άνδρες και παιδιά, συ είσαι υπόλογος˙ κάτω από τόση μεγάλη φωτιά βάζεις το κεφάλι σου.
Αναρωτιέμαι, αν είναι δυνατό να σωθή ποτέ κάποιος από τους άρχοντες, και πώς, παρά την τόσο μεγάλη απειλή και την ραθυμία που υπάρχει, βλέπω ακόμη να τρέχουν μερικοί και να ρίχνωνται στον τόσο μεγάλο όγκο της εξουσίας˙ διότι, εάν αυτοί, που με τη βία ανέβηκαν στην εξουσία, δεν συγχωρούνται και είναι αδικαιολόγητοι όταν δεν κυβερνούν σωστά και παραμελούν το καθήκον τους (καθόσον και ο Ααρών που αναγκαστικά ανέλαβε την εξουσία κινδύνευσε, και ο Μωυσής κινδύνευσε, αν και πολλές φορές ζήτησε από τον Θεό να τον συγχωρήση για την άρνησί του ν’ αναλάβη το έργο που του ανέθετε, και ο Σαούλ, στον οποίο ο Θεός εμπιστεύθηκε την εξουσία, παρά την άρνησί του, κινδύνευσε, επειδή δεν έπραξε σωστά το καθήκον του), πόσο μάλλον θα τιμωρηθούν όσοι με μανία την αναζητούν και μόνοι τους την επιδιώκουν; Διότι ένας τέτοιος στερεί τον εαυτό του από κάθε ελπίδα συγγνώμης. Πράγματι, πρέπει να φοβώμαστε και να τρέμουμε, και εξ αίτιας της συνειδήσεώς μας και εξ αίτιας του βάρους της εξουσίας, και ούτε να την εγκαταλείπουμε, εάν κάποτε μας ανατεθή, ούτε εάν δεν μας ανατεθή, να την επιδιώκουμε, αλλά και να την αποφεύγουμε, σκεπτόμενοι το μέγεθος του αξιώματος, εάν όμως την αναλάβουμε, πρέπει να δείχνουμε όλη την ευλάβεια. Ας μην γίνεται τίποτε πέρα από εκείνο που πρέπει, όλα ας γίνονται με τάξι. Εάν το προαισθανθής, πριν γίνης άρχοντας, φύγε, αν πείσθηκες ότι είσαι ανάξιος γι’ αυτό το έργο αν πάλι έχεις συλληφθή, να είσαι εξ ίσου προσεκτικός, δείχνοντας παντού την ευγνωμοσύνη. (ΕΠΕ 25,371-377)