ΈΝΑΣ αρχάριος μοναχός πήγε στενοχωρημένος στον Όσιο Ποιμένα.
- Έπεσα σε μεγάλο σφάλμα, Αββά, του εξομολογήθηκε, και θέλω τουλάχιστον τρία χρόνια για να μετανοήσω.
- Είναι πολλά, του είπε ο Όσιος.
- Είναι αρκετοί τρεις μήνες, τότε;
- Και τόσο είναι πολύ, αποκρίθηκε ο Όσιος. Εγώ σου λέω πως, αν ειλικρινά μετανοήσεις και πάρεις σταθερή απόφαση να μην επαναλάβεις ποτέ το ίδιο σφάλμα, σε τρεις μέρες σε δέχεται η αγαθότητα του Θεού.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου
Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 178)
119. «εξ ής εγεννήθη Ιησούς ο λεγόμενος Χριστός». (Ματθ. α΄ 16).
Η γενεαλογική σειρά του Ιωσήφ ήταν η ίδια με τη γενεαλογική «σειρά» της Θεοτόκου. Και οι δύο συναντώνται σε κοινούς προγόνους: τον Δαβίδ, τον Αβραάμ, τον Αδάμ, τον Θεό και καταλήγουν σ’ ένα κοινό απόγονο: τον Ιησού (έναντι του Νόμου ο Ιησούς ήταν απόγονος και κληρονόμος του Ιωσήφ ΥΜ 33) . Μια μακριά γενεαλογική σειρά καταλήγει τελικά σ’ ένα πρόσωπο: στο πρόσωπο του Ιησού!
Το νερό του ποταμού, καθώς κυλάει ψηλά απ’ τις πηγές του προς τα κάτω, καθαρίζεται και λαμπικάρεται. Η μεγάλη και περιπετειώδης πορεία του νερού κρύβει και το μυστικό της καθάρσεώς του.
Το ίδιο συνέβη και με το ανθρώπινο γενεαλογικό ποτάμι της Θεοτόκου. Καθώς κυλούσε μέσα στο χρόνο καθάριζε το ανθρώπινο υλικό που θα έδινε την ανθρώπινη φύσι στον Υιό του Θεού. Αν ολόκληρη η Δημιουργία ήταν μια προετοιμασία για την ενανθρώπισι του Θεού (Καβάσιλας), μια παρόμοια προετοιμασία έγινε και μέσα στη γενεαλογία της Θεοτόκου. Η αγνή, αμόλυντη και σχετικά αναμάρτητη μορφή της Παναγίας μαρτυρεί του λόγου το αληθές. Τέτοιες μορφές σαν την θεομήτορα δεν γεννιώνται τυχαία. Προετοιμάζονται από γενεά σε γενεά. Η Παρθένος είπε προφητικά ότι θα την μακαρίζουν «πάσαι αι γενεαί» του μέλλοντος. Στην πραγματικότητα όμως την παναγία μορφή της την προετοίμαζαν και «πάσαι αι γενεαί» του παρελθόντος. Όλες οι γενεές της ιστορίας, από τον Αδάμ και την Εύα μέχρι τη γενεά του Ιωσήφ κατέθεταν την καλύτερή τους ψηφίδα για να γίνη το ψηφιδωτό της θεομητορικής Εικόνας.
Η μορφή της Θεοτόκου ήταν μοναδική και ανεπανάληπτη. Είχε ό,τι καλύτερο διέθεσαν όλες οι προηγούμενες γενεές. Ήταν η συνισταμένη της καλωσύνης, της αγνότητος και της αγιότητος. Όλες οι αρετές των προγόνων της είχαν βρει την ολοκλήρωσι και την εκπλήρωσί τους στην μορφή της Παρθένου. Ο Θεός έφτιαξε την θεομητορική ύπαρξι από τα καλύτερα, τα καθαρώτερα και αγιώτερα δομικά υλικά. Μέσα στην πάλευκη μορφή της περιέχονται σαν σε αμάλγαμα οι αρετές όλων των αγίων της Π. Διαθήκης. Η Θεοτόκος είναι η κορυφαία μορφή και η πιο ψηλή κορυφή της Π. Διαθήκης.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.147-149)
Διάφορες συμβουλές για προσευχή
" Όταν είμαστε στη χάρη του Θεού, τότε η προσευχή μας γίνεται καθαρή. Να προσεύχεσαι συνεχώς, ακόμα και στο κρεβάτι σου που κοιμάσαι, μέρα ή νύχτα ".
" Όσο κουρασμένος και αν είσαι, να μην παραλείπεις ποτέ να κάνεις το βράδυ, πριν από τον ύπνο σου, το απόδειπνο ".
Σε άλλον όμως αδελφό είπε :
" Όταν είσαι πάρα πολύ κουρασμένος από τη δουλειά σου, ή από την νοερά προσευχή, να λες μόνο το Τρισάγιο. Σου φτάνει "
Μου λέει ένας αδερφός.
" Είχα έλθει από την επαρχία και ήμουν πάρα πολύ κουρασμένος απ' την εργασία μου, το ταξίδι, και το βράδυ είπα το τρισάγιο μόνο και κοιμήθηκα, χωρίς να κάνω απόδειπνο.
Την άλλη μέρα πήγα να δώ το Γέροντα στην Πολυκλινική που ήταν, και γυρίζει και μου λέει :
-" Ε! χθές έκανες τον κουρασμένο και δεν έκανες απόδειπνο. Να μην το επαναλάβεις άλλη φορά ".
[Τζ 129]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.384-385)
Το φλεγόμενο κελλί
Ρώτησαν κάποτε τον αββά Παλλάδιο, που καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη:
-Κάνε αγάπη, πάτερ, και πες μας από ποια αιτία έγινες μοναχός;
-Στην πατρίδα μου, απάντησε εκείνος, μισό χιλιόμετρο μακριά από το τείχος, ζούσε ένας έγκλειστος μοναχός που λεγόταν Δαβίδ. Είχε έρθει από τη Μεσοποταμία. Ήταν πολύ ενάρετος, ελεήμων και εγκρατής. Έμεινε κλεισμένος και προσευχόμενος στο κελλί του, περίπου εβδομήντα χρόνια! Εκείνο τον καιρό, εξ αιτίας βαρβαρικών επιδρομών, τα τείχη της Θεσσαλονίκης φυλάγονταν μέρα και νύχτα από τους στρατιώτες.
Ένα βράδυ οι φρουροί του τείχους που ήταν προς το μέρος του κελλιού του εγκλείστου, είδαν να βγαίνουν φλόγες από τα παράθυρα του. Σκέφτηκαν ότι κάποιοι βάρβαροι πλησίασαν και έβαλαν φωτιά στο κελλί. Όταν όμως ξημέρωσε, βγήκαν έξω και βρήκαν τον γέροντα ζωντανό και το κελλί απείραχτο! Έμειναν γι’ αυτό έκπληκτοι… Την άλλη νύχτα ξαναβλέπουν φλόγες στο κελλί. Το ίδιο γινόταν και τις επόμενες νύχτες. Το παράδοξο φαινόμενο γίνηκε γνωστό σ’ όλη την πόλη και πολλοί πήγαιναν και αγρυπνούσαν στο τείχος για να δουν το φλεγόμενο κελλί. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι τον θάνατο του γέροντα.
Αφού λοιπόν αντίκρυσα το θαύμα, όχι μια και δύο, αλλά πολλές φορές είπα μέσα μου: « Αν ο Θεός χαρίζη τόση δόξα στους δούλους Του στον κόσμο αυτό, πόση θα τους χαρίση στην αιωνιότητα, όταν σαν ήλιος θα λάμψη το πρόσωπο τους!». Αυτή ήταν η αιτία να φορέσω το μοναχικό τούτο σχήμα.
( Λειμωνάριον )
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ. 210-2110)
156. Δέχονται όλα τα μυστήρια οι Προτεστάντες;
Όχι. Έχοντας την αντίληψη ότι πραγματικά μυστήρια είναι όσα εκπεφρασμένα στη Γραφή έχουν θεία σύσταση και εξωτερική ύλη, ως μυστήρια δέχονται δύο μόνο, το βάπτισμα και τη θεία ευχαριστία. Για τα υπόλοιπα πέντε φρονούν, ότι η μεν ιερωσύνη, η μετάνοια και ο γάμος είναι ωφέλιμες διατάξεις του Θεού που παρέχουν ευλογία στους πιστούς, ενώ το χρίσμα και το ευχέλαιο είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα περιττά για την Εκκλησία. Τις αντιλήψεις βέβαια αυτές δεν τις δέχονται όλοι οι Διαμαρτυρόμενοι. Η Αγγλικανική Εκκλησία δέχεται και τα επτά εκκλησιαστικά μυστήρια, ενώ οι Μεννωνίτες δέχονται και το ποδόνιπτρον, ως θεοσύστατη τελετή αναγκαία δια τους πιστούς και ωφέλιμη.
Δύο είναι κυρίως οι αιτιάσεις των Προτεσταντών κατά του αριθμού επτά των μυστηρίων· α) ο κυμαινόμενος αριθμός τους στην παράδοση της Εκκλησίας και β) η θεία σύσταση και το αισθητό σημείο που κατ’ αυτούς δεν έχουν όλα τα μυστήρια. Περί τούτων όμως είπαμε σχετικά σε προηγούμενό μας ερώτημα. Ως προς το αισθητό σημείο ειδικά, το οποίο θεωρείται ως βασικό στοιχείο της πραγματικότητας των μυστηρίων, οι Διαμαρτυρόμενοι δεν είναι πάντοτε συνεπείς, γιατί θα έπρεπε να δεχθούν και τον Ιερό Νιπτήρα, ως μυστήριο, διάταξη που έχει σαφώς αισθητό εξωτερικό σημείο. Ο αληθής όμως λόγος απορρίψεως του αριθμού επτά των μυστηρίων είναι μάλλον το είδος της χάριτος, την οποία διακονούν τα ιερά μυστήρια. Αφού κατά τη βασική προτεσταντική αρχή τα μυστήρια παρέχουν μόνο την άφεση των αμαρτιών (ιδέα ανάλογη προς τη φύση της δικαιώσεως) και ενισχύουν την περί τούτου πίστη των χριστιανών, ήταν επόμενο να δεχτούν ως κύριο μυστήριο μόνο το βάπτισμα, το οποίο παρέχει άφεση όχι μόνο των αμαρτημάτων που προηγήθηκαν αυτού αλλά και εκείνων που έγιναν μετά ταύτα. Όπως δε είπε ο Λούθηρος, ο αμαρτάνων μετά το βάπτισμα υπεισέρπει τρόπον τινά σ’ αυτό και λαμβάνει την άφεση των παραπτωμάτων του.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 222-223)
155. Τί φρονούν περί της ουσίας των μυστηρίων οι Διαμαρτυρόμενοι;
Οι Διαμαρτυρόμενοι διδάσκουν διαφορετικά πράγματα από ό,τι οι ’Ορθόδοξοι και οι Ρωμαιοκαθολικοί. Ό,τι περί μυστηρίων πρεσβεύουν είναι ανάλογο προς τα περί αόρατης Εκκλησίας και δικαιώσεως, ως εξωτερικής σχέσεως του Θεού προς τον άνθρωπο (όχι δηλαδή ως εσωτερικής ουσιαστικής αναγεννήσεως), διδάγματα τους. Από τα πολλά που λένε, τα οποία δεν είναι πάντοτε συνεπή προς τις βασικές τους αρχές, θα επισημάνουμε λίγα μόνο ενδεικτικά. Το κοινό σημείο της περί μυστηρίων προτεσταντικής διδασκαλίας είναι ότι αυτά δεν είναι δραστικά μέσα της χάριτος. Αν όντως ήταν έτσι, θα έρχονταν σε αντίθεση προς τα περί αόρατης Εκκλησίας ιδιαίτερα διδάγματά τους. Έτσι τα μυστήρια δεν είναι κυρίως όργανα και μέσα της χάριτος, δηλαδή παρακολουθεί μεν μαζί με την ύλη του μυστηρίου η θεία δωρεά, χωρίς όμως να παρέχεται εξαίρετα σε όλους, αλλά μόνο στους προορισμένους για την αιώνια ζωή (Καλβίνος, Ζβίγγλιος). Τα μυστήρια είναι απλές τελετές από τις οποίες δεν παίρνουμε τίποτε το συγκεκριμένο, αλλά δείχνουμε απλά την υπακοή μας στο Χριστό (Σωκινιανοί). Είναι διακριτικά γνωρίσματα των χριστιανών, αλλά και σημεία απεικονίζοντα στο νου μας τη χάρη του Θεού, με την επενέργεια των οποίων ωφελούμεθα μόνο ηθικώς (Αρμινιανοί και Μεννωνίτες).
Αξιοπρόσεκτη είναι η διδασκαλία των Κουακέρων, η οποία είναι σε όλα συνεπής προς τη βασική προτεσταντική αρχή. Έτσι, στηριζόμενοι στην αντίληψη ότι ο Θεός σώζει τον άνθρωπο άμεσα, χωρίς εξωτερικά μέσα, αρνήθηκαν τελείως τον εξωτερικό χαρακτήρα των μυστηρίων. Προσχωρήσαντες δε στην Πνευματοκρατία (Spiritualismus), δέχτηκαν πνευματικό βάπτισμα (την εν Χριστώ κάθαρση της ψυχής από την αμαρτία) και πνευματική θεία ευχαριστία (τη μυστική ένωση της ψυχής με τον Κύριο), των οποίων τύποι είναι το δι’ ύδατος βάπτισμα και ο άρτος και ο οίνος στην ευχαριστία.
Όμως οι Διαμαρτυρόμενοι δεν μένουν πάντα συνεπείς στη βασική τους προτεσταντική αρχή. Αν εξαιρέσει κανείς τους ακραίους Καλβινιστές, οι οποίοι μένουν σταθερά προσκολλημένοι στα περί απόλυτου προορισμού διδάγματά τους, οι άλλοι Προτεστάντες και κυρίως οι Λουθηρανοί, πιεζόμενοι στον αγώνα τους εναντίον της Ρωμαϊκής Εκκλησίας και επιθυμούντες να καθορίσουν την εκκλησιολογική τους ταυτότητα στον κύκλο των πολλών προτεσταντικών παραφυάδων που απέκλιναν αισθητά απ’ αυτούς, άρχισαν να δέχονται τον υπερφυή χαρακτήρα των μυστηρίων, ως τελετών στις οποίες ο Θεός παρέχει στον άνθρωπο αυτό που υπόσχεται vα μεταδώσει η συνδεδεμένη με το μυστήριο τελετή.
Σε όλες όμως τις περιπτώσεις οι Προτεστάντες μπορούν ν' αποσείσουν εντελώς την Πνευματοκρατία που είναι σύμφυτη στο περί Εκκλησίας δόγμα τους, ούτε να δεχτούν διαφοροποίηση της παρεχόμενης δια των μυστηρίων χάριτος, δεχόμενοι μία κατ’ ουσία χάρη, τη χάρη αφέσεως των αμαρτιών την κρατύνουσα την εις Θεό πίστη. Σ’ αυτό διαφοροποιούνται ριζικά από την ορθόδοξη και ρωμαιοθολική αντίληψη, κατά την οποία η χάρη δεν είναι μόνο χάρη αφέσεως αλλά και ανακαινίσεως και αναγεννήσεως της φύσεως του ανθρώπου.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 220-222)
154. Τί είναι οι μυστηριοειδείς τελετές;
Είναι τελετές και ιερουργίες που από παλαιά υπήρχαν στην Εκκλησία, παρεμφερείς προς τα ιερά μυστήρια από τα οποία διαφέρουν κατά το είδος και τα αποτελέσματα της ενέργειας. Η κύρια διαφορά είναι ότι ενώ των μυστηρίων η ενέργεια γίνεται «εξ ανάγκης», δηλ. παρέχουν αναμφισβήτητα τη θεία χάρη, η ευλογία η παρεχόμενη δια των μυστηριοειδών τελετών δεν είναι πάντοτε βέβαια, εξαρτώμενη από τις υποκειμενικές συνθήκες του δεχομένου αυτές πιστού.
Είναι δε οι τελετές αυτές είτε ευλογίες είτε καθιερώσεις. Οι ευλογίες που γίνονται δια του σταυρού ή και με άλλο τρόπο είναι επικλήσεις της θείας χάριτος και βοήθειας στη λογική και άλογη κτίση, οι δε καθιερώσεις είναι αρνητικά μεν προσευχές εξορκισμού, δηλαδή δεήσεις για την απαλλαγή από το κράτος των δαιμονικών δυνάμεων είτε επί των ανθρώπων είτε επί της φυσικής κτίσεως, ενώ θετικά είναι η καθιέρωση προσώπων ή πραγμάτων από την καθημερινή τους χρήση σε σκοπούς ιεροπρεπείς. Οι ιερουργίες αυτές στηρίζονται στη δύναμη με την οποία ο Χριστός εφοδίασε την Εκκλησία του να καταγωνίζεται στο όνομά Του τις σκοτεινές δυνάμεις της αμαρτίας που κυριαρχούν στη λογική και άλογη κτίση. Άλλες απ’ αυτές είτε θεσπίστηκαν από την ίδια την Εκκλησία είτε διαμορφώθηκαν σιγά σιγά κατ’ έθος στη ζωή της.
Πρέπει όμως να είμαστε προσεκτικοί και να κάνουμε τη διάκριση περί της οποίας μιλήσαμε στην αρχή του ερωτήματος, ότι τα μεν μυστήρια μετοχετεύουν δραστικά τη θεία χάρη, χωρίς το κύρος τους να εξαρτάται από την ηθικότητα των λειτουργών, ενώ η ενέργεια των μυστηριοειδών τελετών δεν είναι πάντοτε βέβαια, εξαρτώμενη από υποκειμενικούς παράγοντες εκ μέρους αυτών που δέχονται τη θεία ευλογία. Αν δεν κάνουμε αυτό, είναι πολύ πιθανό να περιπέσουμε σε σύγχυση και παρεκδοχή των πραγμάτων.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 219-220)
153. Τί είναι ο ανεξάλειπτος χαρακτήρας των μυστηρίων;
Είναι διδασκαλία που προσπαθεί να εξηγήσει τη μη επανάλειψη των μυστηρίων του βαπτίσματος, του χρίσματος και της ιερωσύνης. ‘Ως γνωστό, τα μυστήρια αυτά τελούνται μία μόνο φορά. Η θεωρία διατυπώθηκε από τη σχολαστική θεολογία της Ρωμαϊκής Εκκλησίας και έκανε την είσοδό της και στην ορθόδοξη θεολογία. Στα μυστήρια αυτά, εκτός από τη θεία χάρη η οποία μεταδίδεται στους βαπτιζομένους, χρισμένους και ιερωμένους, χαράσεται σ’ αυτούς κάποιο σημείο, κάποια σφραγίδα, ένας χαρακτήρας ανεξάλειπτος (character indelebilis) που τους ξεχωρίζει από τους άλλους. Όπως ο ποιμένας —λένε— χαράσσει στο πρόβατό του κάποιο σημάδι, το οποίο δεν φεύγει από πάνω του έστω κι αν αυτό χαθεί, έτσι και σ’ όσους δέχονται το βάπτισμα, το χρίσμα και την ιεροσύνη αποτίθεται κάποιο σημάδι, κάποια σφραγίδα που δεν χάνεται, έστω κι αν ο άνθρωπος εκπέσει της χάριτος, δυνάμει της οποίας έχει την ιδιότητα να δέχεται και να μεταδίδει θείες δωρεές.
Η διδασκαλία αυτή δεν έχει ερείσματα στην Αγία Γραφή. Τα χωρία Έφεσ. 1,13 και Β' Κορ. 1,21-22 είναι πολύ αόριστα, ώστε να στηρίξουν μια τέτοια διδασκαλία. Επίσης γενικές και αόριστες είναι και οι σχετικές μαρτυρίες ορισμένων εκκλησιαστικών ανδρών (Κύριλλος Ιεροσολύμων, Ωριγένης). Το πολύ η θεωρία αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως θεολογική γνώμη για την εξήγηση της μη επαναλήψεως των μυστηρίων κυρίως στις περιπτώσεις επιστροφής των εξωμοτών, αιρετικών και σχισματικών στους κόλπους της αληθινής Εκκλησίας, από την οποία εξέπεσαν.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 218-219)
«Σε όσους τον δέχτηκαν, σ’ αυτούς ο Χριστός έδωσε το προνόμιο να γίνουν παιδιά του Θεού, σ’ εκείνους δηλαδή που πιστεύουν στ’ όνομά του» (Ιωάννης 1:12)
Μία από τις πιο περίεργες αντιδράσεις, όταν είχε πρωτοεπιβληθεί η απαγόρευση του καπνίσματος στην Ευρώπη πριν 2-3 χρόνια, συνέβη στην Ολλανδία. Εκεί οι καπνιστές οργανώθηκαν σε.. εκκλησία! Μάλιστα, όπως το ακούτε. Είναι τα μέλη της «Μίας Αληθινής Παγκόσμιας Εκκλησίας Καπνιστών του Θεού», και «εκκλησιάζονται» σε ένα μπαρ. Η βασική πίστη τους είναι ότι το δικαίωμα τους να καπνίζουν προστατεύεται ως.… θρησκευτική ελευθερία. Ένας από τους θαμώνες ενός μπαρ αναφέρει χαρακτηριστικά: «Εάν πρέπει να πιστέψω στο Θεό για ν’ απολαμβάνω ένα τσιγάρο, τότε θα το κάνω». Ένα γενικότερο ερώτημα είναι: γιατί πιστεύουμε στο Θεό; Άλλοι πιστεύουν στο Θεό για να έχουν την υγεία τους ή για να βρουν την υγεία τους. Άλλοι για να πάνε καλά οι δουλειές τους ή για να είναι ασφαλή τα παιδιά τους κλπ.
Ο Θεός όμως θέλει να πάμε σ’ Αυτόν για να βρούμε τη συγχώρηση των αμαρτιών μας και να γίνουμε παιδιά Του. Έχεις πάει έτσι στο Θεό;
(Χ.Ι.ΝΤ.)
«Και να ντυθείτε τον καινούργιο άνθρωπο, που δημιουργήθηκε σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, με βάση τη δικαιοσύνη και την αγιότητα που πηγάζουν από την αλήθεια». (Εφεσίους 4:24)
Υπάρχει ένα είδος αράχνης στη Νότια Αμερική που συνηθίζει να βουτάει συχνά μέσα στο νερό. Κλείνεται σ’ ένα είδος φουσκαλίδας γεμάτης αέρα και βυθίζεται στο νερό όπου μένει για ώρες, αναπνέοντας τον αέρα που περιέχει η φουσκαλίδα. Όταν επιστρέψει πίσω στη στεριά και βγει έξω είναι τελείως στεγνή, γιατί το νερό δεν μπόρεσε να μπει στην μικρή της κατοικία.
Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με το χριστιανό. Ζει μέσα σ’ έναν κόσμο αμαρτωλό, αλλά η αμαρτία δεν τον αγγίζει, ενόσω είναι περιβλημένος το Χριστό. Γράφει ο απ. Παύλος: «Η νύχτα προχώρησε και η ημέρα έχει κιόλας πλησιάσει. Ας πετάξουμε, λοιπόν, από πάνω μας τα έργα του σκοταδιού και ας φορέσουμε τα όπλα του φωτός» (Ρωμ. 13:12). Κι αλλού: «Ντυθείτε τον Κύριο Ιησού Χριστό και μη φροντίζετε να ικανοποιήσετε τις επιθυμίες της σάρκας» (Ρωμ. 13:14). Έτσι «διατηρεί τον εαυτό του αμόλυντο από τον κόσμο» (Ιακ. 1:27). Εξέτασε σήμερα τον εαυτό σου να δεις αν ζεις μ’ αυτόν τον τρόπο.
(Σ.Α.Ι.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
346. Όταν λες μέσα σου, στην καρδιά σου, το όνομα του Θεού, του Κυρίου ή της Αγίας Τριάδος ή του Κυρίου Σαββαώθ ή του Κυρίου Ιησού Χιρστού, τότε, με το Όνομα εκείνο, έχεις και όλο τον Θεό. Σ’ αυτό το Όνομα είναι το άπειρο έλεός του, η απέραντος σοφία του, το απρόσιτο φώς του, η παντοδυναμία του, το αναλλοίωτό του. Δέξου αυτό το ζωοποιό και παντοκρατορικό Όνομα στην καρδιά σου με φόβο Θεού, με πίστι και με αγάπη. Γι’ αυτό τον λόγο ο Μωσαϊκός Νόμος απαγορεύει αυστηρά να χρησιμοποιή ο άνθρωπος το όνομα του Θεού «επί ματαίω». Γιατί το όνομα του είναι ο ίδιος ο μοναδικός Θεός, με τις τρείς υποστάσεις του (Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα). Ο άπειρος Θεός, που είναι «αχώρητος παντί», περιέχεται σε μία και μόνο λέξι και εκφράζεται μες απ’ αυτή, ενώ τίποτε στον κόσμο δεν μπορεί να τον περιέχη.
347. Η παρούσα ζωή δεν είναι καθόλου ένα παιχνίδι, μία διασκέδασις. Οι άνθρωποι όμως την κάνουν παιχνίδι και διασκέδασι. Παίζουν με τον καιρό, που τους δόθηκε για την αιώνιο ζωή. Παίζουν με μάταια λόγια. Διασκεδάζουν μεταξύς τους, συναθροιζόμενοι γι’ αυτόν τον σκοπό. Πηγαίνουν σε άσεμνα θεάματα, σε κοσμικά κέντρα, για να περάσουν διασκεδαστικά την ώρα τους. Άλλοι διασκεδάζουν τον εαυτό τους, χρησιμοποιώντας τα πνευματικά τους χαρίσματα, τις αδυναμίες τους ή τις ικανότητές τους, μιλώντας ή γράφοντας ωραία. Άλλοι επιδίδονται στο φαγοπότι, ξεπερνώντας τα όρια των πραγματικών αναγκών του σώματος. Άλλοι ευχαριστούνται φορώντας εξεζητημένα ρούχα, καλλωπίζοντας το πρόσωπό τους. Άλλοι διασκεδάζουν με τα παιδιά τους, αντί να τα μορφώνουν στην πίστι, την ευσέβεια και τον φόβο του Θεού. Όλη τους η ζωή είναι μία διασκέδασις. Αλλοίμονο όμως σε όποιους παίρνουν τη ζωή για παιχνίδι.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 148-149)